Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ ebooks ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Αιθέρια: Η προφητεία * Ζεστό αίμα * Το μονόγραμμα του ίσκιου * Μέσα από τα μάτια της Ζωής! * Οι Σισιλιάνοι ** Ποίηση: Και χορεύω τις νύχτες * Δεύτερη φωνή Ι * Άπροικα Χαλκώματα * Σκοτεινή κουκκίδα ** Διάφορα άλλα: Πλάτωνας κατά Διογένη Λαέρτιο * Παζλ γυναικών ** Παιδικά: Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση * Η λέσχη των φαντασμάτων * Το μαγικό καράβι των Χριστουγέννων * Ο αστερισμός των παραμυθιών * Οι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί * Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου * Ο Κάγα Τίο... στην Ελλάδα ** Νουβέλες: Πορσελάνινες κούκλες * Το δικό μου παιδί * Όταν έπεσε η μάσκα

Ο μύλος

Του Αχιλλέα Τριαντόγλου
ΑΛΕΞ, ΣΟΥ ΕΓΓΥΩΜΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΟΤΙ ΤΟ ΚΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ “ΚΕΛΕΠΟΥΡΙ”. Ο Αντώνης, παιδικός φίλος, αρχιτέκτονας και τελευταία -λόγω κρίσης- μεσίτης, γύρισε το laptop προς το μέρος μου και άρχισε να ανοίγει μία - μία τις αποθηκευμένες στη μνήμη του υπολογιστή φωτογραφίες. Πρώτες-πρώτες, δορυφορικές του ορεινού χωριού, έπειτα πανοραμικές και τελικά φωτογραφίες από το ίδιο το “κελεπούρι”, το κτήμα που το περιέβαλλε και το ρυάκι που το διέσχιζε. Το φιλαράκι μου είχε βάλει όλη του την τέχνη στην παρουσίαση, άλλωστε δεν είχε πάρει άδικα πριν από δύο χρόνια το βραβείο καλύτερου ντοκυμαντέρ για την προώθηση του αγροτουρισμού. Οι φωτογραφίες, μία - μία διαλεγμένες έδειχναν αιωνόβια πλατάνια να πλαισιώνουν την κοίτη από ένα ποταμάκι, που κυλούσε κάτω από τον παλιό πέτρινο μύλο και κατέληγε σε έναν καταρράκτη και μια λίμνη μινιατούρα.
-Στο πλάτωμα, μετά το μύλο και πριν τον καταρράχτη, θα κάνουμε ένα κιόσκι με πέτρινα πεζούλια και, πρόσεξέ με, μεγάλε -το πρόσωπο του Αντώνη πήρε μια σκανταλιάρικη έκφραση- μπορούμε να διαμορφώσουμε τη λιμνούλα σε πισίνα με τζακούζι και όλα τα κομφόρ μακριά από αδιάκριτα βλέμματα.
-Όπου θα μουλιάζετε τις φιλενάδες σας μέχρι να μαλακώσουν για να μπορέσετε να τις δαγκώσετε! Κούνια που σας κούναγε! Δεν βλέπετε τα χάλια σας, μεσήλικοι άνθρωποι! Η γυναίκα μου είχε έρθει αθόρυβα στο σαλόνι και, αφού άφησε τον καφέ και τα βουτήματα, στρώθηκε να χαζεύει τις φωτογραφίες.
-Μας παρεξήγησες, βρε Μαράκι! Εμείς πάνω από όλα βάζουμε το στεφάνι μας.
Πώς σου φαίνονται οι φωτογραφίες; Ο Αντώνης έκανε την ερώτηση πίνοντας μια γουλιά καφέ και δαγκώνοντας ταυτόχρονα μια μεγάλη μπουκιά από το κέικ, ένα τρυκ που μόνο αυτός το καταφέρνει.
-Καλές φαίνονται, είπε αδιάφορα η Μαρία και εξαφανίστηκε στην κουζίνα.
Αυτή η αντίδραση της Μαρίας που πάντα έχει γνώμη για όλα έπρεπε να με παραξενέψει αλλά το μυαλό του “κυνηγού” άντρα δεν είναι φτιαγμένο για να διακρίνει τέτοιες λεπτές αλλαγές στη συμπεριφορά.
-Και... όλα αυτά, συνέχισε μπουκωμένος ο Αντώνης, εκτοξεύοντας ψίχουλα παντού, στην καταπληκτική τιμή των, άκουσον - άκουσον, 30000 ευρώ.
Έκοψα μια αμαρτωλή, γεμάτη θερμίδες δαγκωνιά από το παντεσπάνι με μερέντα που η Μαρία αποκαλεί κέικ και είπα όσο πιο αδιάφορα μπορούσα, κοιτώντας τον ήλιο που έδυε πίσω από ένα δάσος κεραιών.
-Πού είναι ο δράκος;
-Ο ποιος; ο Αντώνης κόντεψε να πνιγεί.
-Ο δράκος, Αντωνάκη, ο κακός ο δράκος! Κάθε παραμύθι έχει και ένα δράκο! Στο δικό σου πού κρύβεται;
-Βρε, Αλέκο, πολύ καχύποπτος έχεις γίνει τελευταία. Εγώ σου μιλάω για ΤΗΝ ευκαιρία και συ ψάχνεις για δράκους. Μου φαίνεται ότι ζεις και στην πραγματική ζωή τα σενάρια από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που σχεδιάζεις. Τέλος πάντων, εγώ θα σου αφήσω το stick με όλες τις πληροφορίες και εσύ ξανασκέψου το πριν κλωτσήσεις αυτή την ευκαιρία. Σηκώθηκε με φούρια, δήθεν θιγμένος, αρπάζοντας το τελευταίο κομμάτι και έφυγε, αφήνοντάς μου μια ωρολογιακή βόμβα με τη μορφή ενός τόσο δα μπλε stick.
-Ίσως πρέπει να δούμε την πρόταση του Αντώνη πιο καλά. Τα παιδιά μεγαλώσαν! Όπου να' ναι θα μετακομίσουν σε δικά τους σπίτια. Ποιος ο λόγος να συνεχίσουμε να μένουμε στην πόλη; Όπως λες και συ, την περισσότερη δουλειά την κάνεις από το σπίτι. Άλλωστε πέρυσι παρέδωσες εκείνο το παιχνίδι στους Αμερικάνους χωρίς ποτέ να τους δεις. Θέλω και εγώ μεγαλύτερο χώρο για το εργαστήριό κεραμικών μου. Τόσα χρόνια είμαι στριμωγμένη στην αποθηκούλα! Πιστεύω ότι το κατώγι του μύλου θα μου έρθει κουτί. Έπειτα και η Μπέλλα θα έχει άφθονο χώρο να τρέξει. Καθόμασταν στο μισοσκόταδο με τις αναλαμπές από το τζάκι να ρίχνουν κινούμενες σκιές στους τοίχους, πίνοντας το ποτό μας με την Μπέλλα, το θηλυκό-σκυλί λουκάνικό μας να παίζει με ένα φουσκωτό παιχνίδι.
-Να το δούμε, αγάπη μου, αλλά ξέρεις, όσο εμπιστοσύνη έχω στο σχεδιαστικό ταλέντο του Αντώνη άλλο τόσο τον ξέρω. Έχει τέτοια δύναμη να πείθει τους ανθρώπους που είναι ικανός να πουλήσει καταψύκτες σε Εσκιμώους.
-Ο Αντώνης μπορεί να είναι πολυλογάς και μερικές φορές επιπόλαιος αλλά ποτέ δε θα μας πρότεινε κάτι που δε θα το πίστευε πραγματικά. Έχω δίκιο ή όχι;
Συμφώνησα με ένα μουρμουρητό και χάιδεψα κάτω από το λαιμό την Μπέλλα, που κουρασμένη ξάπλωνε πια δίπλα στα πόδια μου.
-Θέλω να μου υποσχεθείς ότι θα το σκεφτείς καλά και πως θα πάμε το άλλο Σαββατοκύριακο να το δούμε από κοντά. Η Μαρία μου έδωσε ένα δροσερό φιλί και σηκώθηκε.
-Πάω να ξαπλώσω και μην αργήσεις πολύ. Ίσως σήμερα να είναι η τυχερή σου νύχτα!
Λίγο αργότερα υποσχέθηκα σαν καλό παιδί ότι αύριο κιόλας θα έβαζα το δικηγόρο να ελέγξει τα χαρτιά και το Σάββατο θα ανηφορίζαμε για να επιθεωρήσουμε το “κελεπούρι”. Έπειτα έφαγα με όρεξη το “ζαχαρωτό” μου και κοιμήθηκα σαν πουλάκι.
Τη Δευτέρα το πρωί από το γραφείο έκανα δύο τηλεφωνήματα. Ο δικηγόρος της εταιρείας ανέλαβε να κάνει μια προκαταρκτική έρευνα στους τίτλους ιδιοκτησίας και ένας ενθουσιασμένος Αντώνης υποσχέθηκε ότι μέσα σε δυο βδομάδες θα έχει μια πρόχειρη πρόταση μετατροπής του μύλου σε κατοικήσιμο χώρο με μια αδρή εκτίμηση κόστους. Το καινούριο παιχνίδι στρατηγικής που ετοιμάζαμε στην εταιρεία με απορρόφησε ολοκληρωτικά τις επόμενες μέρες. Το μεσημέρι της Παρασκευής προσπαθούσα να λύσω το πρόβλημα της υπερβολικά αμυντικής τακτικής των Τούρκων κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης αλλάζοντας παραμέτρους στον πηγαίο κώδικα όταν ένας ηλιοκαμμένος Αντώνης εμφανίστηκε ξαφνικά.
-Τι σε απασχολεί τόσο πολύ; ρώτησε αράζοντας φαρδύς πλατύς στο δερμάτινο καναπέ.
-Έχουμε δυο βδομάδες που τελειώσαμε τα γραφικά αλλά οι χρήστες που έπαιξαν τη δοκιμαστική έκδοση δεν έμειναν ευχαριστημένοι.
-Δηλαδή;
-Δηλαδή, καταστροφή! Μια χούφτα Βυζαντινοί τρέπουν σε άτακτη φυγή το Μωάμεθ και έπειτα κατακτούν την Οθωμανική αυτοκρατορία! Αυτό δεν είναι αποδεκτό. Κάπου κρύβεται ένα πρόβλημα στον κώδικα και θα σκάσω αν δεν το βρω. Κάνε μου τη χάρη, βρε Αντώνη. Πάρε αύριο τη Μαρία και ανεβείτε στο χωριό για να δει το μύλο. Θέλω επίσης συγκεκριμένες προτάσεις για την ανακαίνιση. Ο δικηγόρος απ' ότι μου είπε, δε βρήκε προς το παρόν κάποιο πρόβλημα στα χαρτιά.
-Είδες τι σου έλεγα; Πρόκειται για ευκαιρία! Αύριο θα σου πει τα ίδια και το έτερόν σου ήμισυ. Ο Αντώνης έφυγε αφήνοντάς με να τραβάω με φούρκα τα μαλλιά μου, βλέποντας στην οθόνη για πολλοστή φορά τον Παλαιολόγο να κατατροπώνει τις ορδές των Τούρκων.

*****

-Αυτά εν ολίγοις, κύριε Τσακίρη! Ο νεαρός δικηγόρος, αφού τέλειωσε την απαγγελία δυσνόητων δικηγορίστικων όρων, άπλωσε μπροστά μου ένα μάτσο χαρτιά και ξανακάθισε στην άκρη της καρέκλας του. Ήταν πια Πέμπτη και μετά από μια ατέλειωτη εβδομάδα σκληρής δουλειάς με το παιχνίδι ήδη είχαμε τις πρώτες θετικές κριτικές. Έμεινε λοιπόν χρόνος να ασχοληθώ με την “επένδυση”.
-Αν κατάλαβα καλά, κύριε Ιορδάνου, μου λέτε ότι το κτήμα ανήκε σε κάποια που έφυγε από το χωριό για Αμερική το '50 και τώρα οι κληρονόμοι της το βγάζουν στο σφυρί. Όλα αυτά τα χρόνια ποιος συντηρούσε το κτήμα; Επίσης μου προκαλεί απορία η έλλειψη άλλων αγοραστών.
-Υπήρχε όρος στη διαθήκη να βγει προς πώληση δέκα χρόνια μετά το θάνατό της και όλα αυτά τα χρόνια γίνονταν κάποιες εργασίες στοιχειώδους συντήρησης του μύλου και των εγκαταστάσεων. Όσο για το γεγονός της μη ύπαρξης άλλων αγοραστών, εσείς ξέρετε καλύτερα από μένα ότι καταθέτοντας την προκαταβολή των 3000 ευρώ διατηρείτε την προτεραιότητα στην αγορά για ένα μήνα ακόμη.
Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.
-Ποιος κατέθεσε προκαταβολή; σφύριξα στον έντρομο Ιορδάνου.
-Μα η κυρία Μαρία, φυσικά. Πίστευα ότι σας ενημέρωσε ότι πριν από 15 μέρες ήρθε στο γραφείο μου και στείλαμε το έμβασμα στην Αμερική.
-Ναι, ναι το είχα ξεχάσει. Συγχωρέστε με, κύριε Ιορδάνου. Από μέσα μου έβραζα αλλά μη γίνουμε και ρόμπα μπροστά σε τρίτους.
-Αν δεν με χρειάζεστε άλλο... Ο δικηγόρος σηκώθηκε από τη θέση του. Τον αποχαιρέτησα με συνοπτικές διαδικασίες και κάθισα στο γραφείο σφίγγοντας τους κροτάφους μου. Στην ηλικία των δεύτερων -άντα κάτι τέτοιες εκπλήξεις πάνε χέρι χέρι με τα εγκεφαλικά.
Αργότερα μπήκα στο σπίτι αποφασισμένος για μεγάλο καυγά αλλά μετά είδα τα φώτα χαμηλωμένα, στο τραπέζι σερβιρισμένο ένα βασιλικό δείπνο με κεριά και φυσικά τη Μαρία να με υποδέχεται με αμφίεση που θα έκανε και άγιο να κολαστεί.
Περιορίστηκα λοιπόν σε χλιαρές διαμαρτυρίες και νουθεσίες του τύπου “καλόν θα ήτο άλλη φορά να μην ξανασυμβεί” και άλλα τέτοια χαζά. Η Μαρία συμφωνούσε σε όλα και ερχόταν όλο και πιο κοντά. Ομολογώ ότι ακόμη και μετά εικοσιπέντε χρόνια γάμου η σύζυγός μου παίρνει έντεκα με άριστα το δέκα στο παιχνίδι της αποπλάνησης. Μέχρι να πάμε στο κρεββάτι η ιδέα να δώσουμε άλλα τριάντα χιλιάρικα για να φέρουμε σε λογαριασμό το μύλο δε φάνταζε και τόσο άσχημη.
Στον ύπνο μου βέβαια είδα ότι ο προγραμματιστής είχε κάνει λάθος και όπλισε τους Βυζαντινούς με Καλάσνικωφ και χειροβομβίδες αλλά το απέδωσα στο πολύ φαγητό.

*****

Τους επόμενους μήνες ακολούθησα πιστά τη βασική μου αρχή που λέει: Δώσε τις γενικές κατευθύνσεις, άσκησε μια χαλαρή εποπτεία και μην μπλέκεσαι στα πόδια αυτών που ξέρουν να κάνουν κάτι καλύτερα από σένα. Στην περίπτωση βέβαια του Αντώνη και της Μαρίας δε χρειαζόταν καν να δώσω τις γενικές κατευθύνσεις.
Υπέγραψα τα συμβόλαια, φρόντισα να καλύπτω τους λογαριασμούς και χάζευα τις τρισδιάστατες απεικονίσεις στον υπολογιστή από την πρόοδο του έργου. Δεν χρειάστηκε τους έξι μήνες που διήρκεσε η ανακατασκευή να δω το μύλο από κοντά. Οι δυο γιοι μου ενθουσιασμένοι με την επικείμενη αποχώρησή μας από το σπίτι, ποτέ δεν έλεγαν όχι για να ανεβάσουν τη μητέρα τους στο χωριό ή για να μεταφέρουν συνεργεία.
Τέλη Σεπτεμβρίου όλα ήταν σχεδόν έτοιμα και ανεβήκαμε για να περάσουμε μία Κυριακή στο μύλο λίγο πριν αρχίσουμε τη μετακόμιση.
-Ένα βράδυ μόνοι μας στη μέση του πουθενά θα βοηθήσει τη σχέση μας, μου ανακοίνωσε η Μαρία και έτσι να 'μαστε Κυριακή βράδυ να ξεκουραζόμαστε από την πεζοπορία στη γύρω περιοχή διαβάζοντας πλάι στο αναμμένο τζάκι. Η Μπέλλα αφού εξερεύνησε το χώρο, αρνούμενη ωστόσο να κατέβει στο υπόγειο, όπου υπήρχε ακόμη η μεγάλη φτερωτή, λαγοκοιμόταν στα πόδια μας. Το εκκρεμές-αντίκα μόλις είχε κτυπήσει έντεκα φορές όταν η σκυλίτσα ανασηκώθηκε, πλησίασε την καταπακτή που οδηγούσε κάτω και άρχισε να γρυλίζει υπόκωφα. Τότε νιώσαμε αρχικά, παρά ακούσαμε, ένα παλμικό βουητό, που όσο πήγαινε δυνάμωνε, ανεβαίνοντας την κλίμακα των συχνοτήτων μέχρι που κατέληξε σε ένα στριγγό ουρλιαχτό. Η Μπέλλα σε έξαλλη κατάσταση με το τρίχωμά της σηκωμένο (πρώτη φορά έβλεπα σκυλί-λουκάνικο με την τρίχα κάγκελο) έξυνε με λύσσα το ξύλο της καταπακτής γαυγίζοντας υστερικά. Έκανα ένα βήμα προς το μέρος της όταν άνοιξαν οι πύλες της κόλασης. Κάτι μεγάλο σαν να ζωντάνεψε στο υπόγειο κάνοντας τρομακτικό θόρυβο και τραντάζοντας το μύλο συθέμελα. Όλο το ξύλινο πάτωμα τρανταζόταν από φοβερά ρυθμικά κτυπήματα σαν ένας γίγαντας να προσπαθούσε να ελευθερωθεί. Η Μπέλλα παράτησε τους ηρωισμούς και κλαψουρίζοντας έτρεξε στην αγκαλιά μου. Τραβώντας έβγαλα την πετρωμένη από τον τρόμο Μαρία έξω από το σπίτι. Το τελευταίο πράγμα που είδα βροντώντας την πόρτα πίσω μου ήταν το πάτωμα να ξηλώνεται απ' άκρη σ' άκρη και κάτι μεγάλο να ξεπροβάλει από το υπόγειο. Τρέξαμε κακήν κακώς στο τζιπ και μόλις προφτάσαμε να φύγουμε πριν το αγριεμένο ποτάμι καταπιεί τη γεφυρούλα.

*****

-Τι φαντάσματα και κουραφέξαλα, ρε Άλεξ; Πολύ King διαβάζεις! Ο γνωστός Αντώνης προσπαθούσε να τα μπαλώσει το πρωί της Δευτέρας. Απλώς, συνέχισε, από τη νεροποντή ψηλά, στο βουνό το φράγμα υπερχείλισε. Αυτό δε θα αποτελούσε πρόβλημα, αν ένα ξεριζωμένο δένδρο δεν μπλόκαρε την εναλλακτική κοίτη οδηγώντας όλο τον όγκο του νερού στο υπόγειο. Η φτερωτή έφυγε από τα χαλαρωμένα της έδρανα και διέλυσε τα πάντα σαν πολιορκητικός κριός.
-Έπρεπε να σε είχα από μια μεριά, εξυπνάκια, να δούμε αν θα είχες τόσο εύκολες τις εξηγήσεις! Το πράγμα που τριγυρνούσε στο υπόγειο διαλύοντας τα πάντα δεν ήταν μόνο η φτερωτή. Έπρεπε να δεις πώς έκανε η Μπέλλα.
-Καλά, καλά, σε βαρέθηκα να γκρινιάζεις. Θα ανέβω το μεσημέρι να δω τι μπορώ να κάνω με τις ζημιές.
-Μη βιαστείς! Δεν έχω σκοπό να γυρίσω εκεί μες το χειμώνα και η όρεξη της Μαρίας για περιπέτειες έχει εξατμιστεί.
Έκλεισα το τηλέφωνο και πήρα στα χέρια μου το φάκελο από την Αμερική που ήρθε με την πρωινή αλληλογραφία. Η φίρμα του δικηγόρου - εκτελεστή της διαθήκης ήταν τυπωμένη με μεγάλα γράμματα στην πάνω αριστερή γωνία. Τον έσκισα ανυπόμονα και από μέσα έπεσε μια φωτογραφία που έδειχνε ένα ζευγάρι να ποζάρει στυλιζαρισμένα έξω από το γνωστό μύλο, περιτριγυρισμένο από σακιά αλεύρι και κάρα με σιτάρι. Πίσω διάβασα μια ημερομηνία, Ιούλιος 1940. Η άλλη σελίδα ήταν πυκνογραμμένη με καλλιγραφικά γράμματα γεμάτα ουρές και περικοκλάδες.

Θα είμαι σύντομη γιατί, όπως έλεγε και μάνα μου τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Σήμερα βγήκαν οι εξετάσεις και είναι πολύ άσχημες. Οι γιατροί μου δίνουν τρεις μήνες ζωής, αν ακολουθήσω, λέει, τις οδηγίες τους. Αυτό σημαίνει ατέλειωτα τρυπήματα και ταλαιπωρία σε νοσοκομεία, πράγμα που δεν πρόκειται να κάνω. Είμαι λοιπόν σίγουρη ότι όταν διαβάζεις αυτές τις γραμμές θα έχω πεθάνει προ πολλού. Ονομάζομαι Ελένη Μπακοθανάση, του Γεωργίου και της Κατίνας. Είμαι το κορίτσι στην φωτογραφία που κρατάς. Το παλικάρι είναι ο άντρας μου, ο Κώστας, που άφησε τα πόδια του στην Αλβανία έξη μήνες μετά. Ήμουν ορφανή και η πεθερά μου με είχε ψυχοκόρη από μικρή. Ο Κώστας ήταν μεγαλύτερος και από την πρώτη φορά που τον αντίκρυσα τον ερωτεύτηκα. Στα δεκαοχτώ μου παντρευτήκαμε με την ευχή των δικών του. Η ευτυχία μας νόμιζα ότι θα κρατούσε για πάντα λογάριαζα όμως χωρίς τον πόλεμο. Τον πρώτο καιρό της κατοχής πέθανε από τον καημό του ο πεθερός μου. Δεν άντεχε να βλέπει σακατεμένο το μοναχοπαίδι του. Οι μήνες που ακολούθησαν ήταν πολύ σκληροί για μια γυναίκα που, εκτός από τις δουλειές στο μύλο, είχε να περιποιείται και έναν ανάπηρο. Ευτυχώς η πεθερά μου (ο θεός να την αναπαύσει) μας στήριξε. Κουτσά στραβά πορευόμασταν και θα ξεπερνούσαμε τη συμφορά που μας βρήκε, αν δεν τραβούσα εγώ και ο μύλος την προσοχή ενός αρχιδοσίλογου από ένα γειτονικό χωριό. Άρχισε τα πήγαινε έλα προσπαθώντας με απειλές να πείσει τον άντρα μου να πουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί τον μύλο και ρίχνοντας λαίμαργες όλο υπονοούμενα ματιές σε μένα, όποτε εμφανιζόμουν. Ο Κώστας την τελευταία φορά τον πέταξε έξω βρίζοντάς τον. Έφυγε απειλώντας θεούς και δαίμονες. Δεν άργησε να πραγματοποιήσει τις απειλές του. Ένα δειλινό γυρίζοντας από τα χωράφια βρήκαμε τον Κώστα μαχαιρωμένο. Είχε παλέψει σκληρά, όπως φαινόταν από τα τραύματά του, αλλά οι δειλοί που του ρίχτηκαν ήταν πολλοί. Υποψιαζόμουν ποιος ήταν υπεύθυνος. Δεν είχα βέβαια αποδείξεις αλλά, ακόμη και να είχα, ήταν άνθρωπος των κατακτητών. Τι θα μπορούσα να του κάνω; Θάψαμε τον άντρα μου και συνεχίσαμε τη ζωή μας μέσα στη λύπη και το φόβο. Είχαμε δεν είχαμε κάνει τα σαράντα, όταν όρμηξε ένα χειμωνιάτικο βράδυ, μου έβαλε ένα μαχαίρι στο λαιμό και απαίτησε να γίνω δική του. Το κάθαρμα όχι μόνο σκότωσε τον άνθρωπο που αγαπούσα αλλά ήθελε να ξαπλώσω μαζί του στο ίδιο κρεββάτι που μοιραζόμουν κάποτε με τον Κώστα. Το ποτήρι ξεχείλισε. Καμώθηκα την φοβισμένη, ψέλλισα ότι με βρίσκει απροετοίμαστη για τέτοια “τιμή” και τον έδιωξα, υποσχόμενη ότι η επόμενη νύχτα θα του έμενε αξέχαστη. Πράγματι λούστηκα, χτενίστηκα και τον περίμενα στολισμένη με όλα τα κοσμήματα και το καλό μου φουστάνι. Η πεθερά μου, δασκαλεμένη, πηγαινοερχόταν με τις πιατέλες και κρατούσε πάντα γεμάτο το ποτήρι του με δυνατό κρασί. Έκρυψα την αηδία που ένιωθα πίσω από ντροπαλά χαχανητά καθώς τα βαμμένα με αίμα χέρια του πασπάτευαν αδιάντροπα το κορμί μου. Μετά μισομεθυσμένο τον προκάλεσα να με κυνηγήσει παραπατώντας στην κρεβατοκάμαρα, τον άφησα να ξαπλώσει και του κάρφωσα ένα μαχαίρι στο λαιμό. Ας με συγχωρέσει ο Θεός, αλλά ένοιωσα υπέροχα καθώς τον έβλεπα να αιμορραγεί μέχρι θανάτου στα πόδια μου. Σύραμε το πτώμα σε μια μικρή κρύπτη πίσω από τον άξονα της φτερωτής, που την χρησιμοποιούσε η οικογένεια του άντρα μου όταν κρύβονταν από τους Τούρκους, και χτίσαμε την πορτούλα. Ήμουν έτοιμη να πεθάνω καθώς περιμέναμε από τους συντρόφους του να έρθουν να τον ψάξουν. Είχα πάρει την εκδίκησή μου! Ας πήγαινα να συναντήσω ψηλά τον αγαπημένο μου! Ευτυχώς οι αντάρτες μπήκαν εκείνες τις μέρες στο χωριό και έτσι δε μας ενόχλησε κανείς. Αμέσως μετά την απελευθέρωση έφυγα για την Αμερική, όπου ζούσαν μακρινοί συγγενείς της μάνας μου. Η κυρά Αρετή, η πεθερά μου, δεν έζησε να δει την απελευθέρωση. Πέθανε από πνευμονία τον προηγούμενο χειμώνα. Η οικογένειά μου εδώ, στο Σικάγο, όλα αυτά τα χρόνια δεν έμαθε τίποτε. Τώρα όμως, που πλησιάζει το τέλος, έπρεπε κάπου να ανοίξω την καρδιά μου και να ζητήσω από σένα να θάψεις αυτόν που σκότωσα. Ακόμα και σε ένα κτήνος δεν αξίζει να μένει άταφος. Ο σκελετός που θα βρεις πίσω από τη φτερωτή είναι ο Γιάννης Γκίκας. Σε εξορκίζω από τον τάφο μου να βρεις έναν παπά και να τον θάψεις χριστιανικά. Αρκετά τιμωρήθηκε. Σε ευχαριστώ που αναλαμβάνεις κάτι που θα έπρεπε να κάνω εγώ εδώ και καιρό και να προσέχεις το μύλο μας. Είναι γερό σκαρί.

Ελένη

Έκλεισα τα μάτια μου και όταν τα άνοιξα, ένας ένστολος γύρω στα σαράντα στεκόταν μπροστά μου. Έσπευσε να συστηθεί:
-Υπαστυνόμος Φιλίππου, Ασφάλεια. Πήρα το θάρρος να μπω γιατί έλειπε η γραμματέας σας.
-Σχεδόν ποτέ δεν είναι στη θέση της. Ξέρετε η σημερινή νεολαία πώς είναι. Του έκανα νόημα να καθίσει.
-Σε τι οφείλω την τιμή της επίσκεψής σας, κύριε Φιλίππου;
-Είστε ιδιοκτήτης του μύλου έξω από το χωριό Κρήνη;
-Μάλιστα.
-Απ’ ό,τι γνωρίζω χθες είχατε μια πολύ άσχημη νύχτα μετά την πλημμύρα που προκάλεσε η υπερχείλιση του φράγματος ψηλά στο βουνό.
-Ναι, πράγματι, συμφώνησα καθώς έβγαζα από το μίνι μπαρ ένα ποτήρι, το γέμιζα ουίσκι και το πρότεινα στον αστυνομικό που αρνήθηκε με ένα νεύμα. Ήπια μια γουλιά και κάθισα.
-Λοιπόν;
-Σκέφτηκα, κύριε Τσακίρη, ότι θα μας διαφωτίζατε σχετικά με το γεγονός ότι παντού ο χώρος γύρω από το μύλο είναι σπαρμένος με κόκκαλα, ανθρώπινα κόκαλα. Ο ιατροδικαστής βρίσκεται ήδη επιτόπου. Πήρα μια βαθιά ανάσα και του έδωσα το φάκελο.
-Κύριε Φιλίππου, μόλις τον έλαβα από Αμερική. Εδώ βρίσκονται οι απαντήσεις που ψάχνετε...
Ήπια άλλη μια γουλιά και βούλιαξα στην πολυθρόνα μου καθώς μια γλυκιά ζεστασιά απλώθηκε μέσα μου. Ο αστυνομικός διάβασε γρήγορα το γράμμα και μετά με κοίταξε.
-Μπορώ να το πάρω;
-Φυσικά.
-Επίσης θα ήθελα να περάσετε από την ασφάλεια για μια κατάθεση. Ξέρετε, για το τυπικό της υπόθεσης.
-Ευχαρίστως, όποτε θέλετε.
Σηκώθηκε και δώσαμε τα χέρια. Κοντοστάθηκε σαν κάτι να τον βασάνιζε.
-Λύστε μου μία απορία, κύριε Τσακίρη, χαμογέλασε. Θα σκάσω αν δεν μάθω.
-Παρακαλώ.
-Κατάγομαι από την περιοχή και απ' όσο ξέρω εδώ και πενήντα χρόνια κανείς δεν είχε μείνει βράδυ στο μύλο. Όλοι τον θεωρούσαν στοιχειωμένο. Τι σας έκανε να αποφασίσετε να μείνετε εσείς; Μήπως το θεωρήσατε κάποιο είδος πρόκλησης;
Έμεινα άφωνος για λίγο και τελικά ψέλλισα.
-Δεν είχα ιδέα για όλα αυτά.
Τον συνόδευσα στην έξοδο και χίμηξα στο τηλέφωνο να βρω τον Αντώνη να του τα ψάλλω αλλά ο φίλος μου έχει αναπτύξει μια έκτη αίσθηση και δεν απάντησε για καιρό στις επίμονες κλήσεις μου.
Τις επόμενες εβδομάδες έθαψα τον Γκίκα και πούλησα με συνοπτικές διαδικασίες το “κελεπούρι”. Ευτυχώς βρέθηκε ένας σύλλογος πνευματιστών που θα διοργανώνουν πλέον εκεί τις εβδομαδιαίες τους επαφές με πνεύματα. Φέραν κάτι μυστήρια όργανα και οι μετρήσεις τους αποκάλυψαν ότι το μέρος ήταν φορτισμένο με πνευματική ενέργεια.
Παρασκευή βράδυ, έξη μήνες μετά, το τηλέφωνο χτύπησε. Ένας ενθουσιασμένος Αντώνης ήταν στη γραμμή.
-Άλεξ, μόλις έπεσα πάνω σε μια σούπερ ευκαιρία σερφάροντας στο ίντερνετ! Να σου πω λεπτομέρειες;
-..........
-Τι, είσαι ακόμη θυμωμένος από την τελευταία φορά;

¤

Ένα διήγημα της συλλογής "Έγκλημα στο χωρίο" του Β Διαγωνισμού Διηγήματος "Στέλιος Ξεφλούδας". Πληροφορίες για τη συλλογή και περισσότερα διηγήματα θα βρείτε εδώ

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
΄΄Εξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΌταν έπεσε η μάσκα, Κωνσταντίνας ΜαλαχίαΤο μαγικό καράβι των Χριστουγέννων, Θάνου ΚωστάκηΗ λέσχη των φαντασμάτων, Κυριακής ΑκριτίδουΟ αστερισμός των παραμυθιών, Λίτσας ΚαποπούλουΟ Κάγα Τίο... στην Ελλάδα, Καλλιόπης ΡάικουΠαζλ γυναικών, Σοφίας Σπύρου
Το μονόγραμμα του ίσκιου, Βαγγέλη ΚατσούπηΣκοτεινή κουκκίδα, Γιάννη ΣμίχεληΠλάτωνας κατά Διογένη ΛαέρτιοΚαι χορεύω τις νύχτες, Γαβριέλλας ΝεοχωρίτουΑιθέρια: Η προφητεία, Παύλου ΣκληρούΠορσελάνινες κούκλες, Δέσποινας ΔιομήδουςΆπροικα Χαλκώματα, Γιώργου Καριώτη
Το δικό μου παιδί!, Γιώργου ΓουλτίδηΟι Σισιλιάνοι, Κωνσταντίνου ΚαπότσηΜέσα από τα μάτια της Ζωής!, Βούλας ΠαπατσιφλικιώτηΖεστό αίμα, Νάντιας Δημοπούλου
Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου, Ελένης ΦωτάκηΟι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί, Κωνσταντίνου ΤζίμαΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη