Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ ebooks ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ματωμένος Δούναβης * Αιθέρια: Η προφητεία * Ζεστό αίμα * Το μονόγραμμα του ίσκιου * Μέσα από τα μάτια της Ζωής! * Οι Σισιλιάνοι ** Ποίηση: Και χορεύω τις νύχτες * Δεύτερη φωνή Ι * Άπροικα Χαλκώματα ** Διάφορα άλλα: Πλάτωνας κατά Διογένη Λαέρτιο * Παζλ γυναικών ** Παιδικά: Τα βάσανα του Τεό και της Λέας * Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση * Η λέσχη των φαντασμάτων * Το μαγικό καράβι των Χριστουγέννων * Ο αστερισμός των παραμυθιών * Οι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί * Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου * Ο Κάγα Τίο... στην Ελλάδα ** Νουβέλες: Πορσελάνινες κούκλες * Το δικό μου παιδί * Όταν έπεσε η μάσκα

Η Εύα Παυλίδου και ...Ευδοκία με λένε!

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Ε.Π.: Συσσωρευμένα συναισθήματα που δεν χωρούσαν πια στην ψυχή και έψαχναν καταφύγιο στο χαρτί.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Ε.Π.: Τις νύχτες, κλεισμένη στο δωμάτιο με τη μουσική κολλημένη στα αφτιά μου.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Ε.Π.: Μια βδομάδα το διήγημα. Η ποιητική συλλογή είναι από διαφορετικές χρονολογίες.

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Ε.Π.: Οδηγός επιβίωσης.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Ε.Π.: Το βιβλίο αποτελείται από μια ποιητική συλλογή με κέντρο την αγάπη, τον έρωτα, τον φόβο μέσα από τον πόνο και ένα διήγημα που συμβολίζει την αφθονία της αγάπης μέσα από τον αβάσταχτο πόνο.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε φίλους με σκλήρυνση κατά πλάκας ενώ το διήγημα στην Τ. που έφυγε πριν ένα χρόνο.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Ε.Π.: Τα πάντα που διατηρούν ζωντανά όσα αγαπώ.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Ε.Π.: Η Ευδοκία είναι η αγαπημένη μου γιατί δεν είναι δημιούργημα μυθοπλασίας.

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Ε.Π.: Να μάθει την αλήθεια για τον εαυτό του.
Να αναγνωρίσει στις λέξεις τους καημούς του και στο τέλος να γίνει η Ευδοκία κατανοώντας πια πως η ψυχή είναι η ίδια μας η νίκη.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Ε.Π.: Αν θα μου φτάσει ο χρόνος να πω όσα κουβαλάει η ψυχή μου.

Φοβάστε...
Ε.Π.: Τον θάνατο (ξεκάθαρα).

Αγαπάτε...
Ε.Π.: Τις λέξεις, το παιδί μου, την οικογένεια μου, τους ανθρώπους, την ΑΓΑΠΗ.

Ελπίζετε...
Ε.Π.: Πως μια μέρα θα ηττηθεί ο πόνος.

Θέλετε...
Ε.Π.: Να συνεχίσω να γράφω μέχρι τέλους!

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Ε.Π.: Όσοι επέστρεψαν απ’την "κόλαση".

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Ε.Π.: Για να εισπνεύσετε την αγάπη της Ευδοκίας.

Γιατί δεν πρέπει;
Ε.Π.: Αν δεν είσαι έτοιμος να πονέσεις, θα φοβηθείς. 

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Ε.Π.: Σε όλα τα βιβλιοπωλεία με παραγγελία, στο κατάστημα της Όστρια για την Αθήνα και στο βιβλιοπωλείο Ψαράς (Θεσ/νίκη) για τη Β. Ελλάδα.

Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Ε.Π.: Στο fb «Εύα Παυλίδου» και στη σελίδα μου «Εκ-πνοές λόγου». Στο site μου: eva pavlidou.gr

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Ε.Π.: Λευκό.

Ποια μουσική;
Ε.Π.: Frames – Don’t stay here.

Ποιο άρωμα;
Ε.Π.: Πούδρας.

Ποιο συναίσθημα;
Ε.Π.: Ανακούφισης.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Ε.Π.: Ένα φιλί γλυκό σαν το πρώτο της μάνας.

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Ε.Π.: Φτερά σε ψυχές που πονούν.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς; 
Ε.Π.: Νίκη Ταγκάλου, Αλκυόνη Παπαδάκη, Κική Δημουλά, Ελύτη, Ρίτσο, κ.α.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Ε.Π.: Ναι. Η Νίκη Ταγκάλου για όλα όσα είναι η γραφή της. Το κορμί της λύπης και οι 30 ημέρες. Ο Τάσος Λειβαδίτης με τα μοναχικά βήματα (αγαπημένο).

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Ε.Π.: Εγώ είμαι ο κάθε μου ήρωας...

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Ε.Π.: Ψυχή. 

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Ε.Π.: Η δυνατή αλήθεια και το ακόμη πιο αληθινό ψέμα.

Τι την αποτυχία;
Ε.Π.: Η επιτηδευμένη γραφή.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Ε.Π.: Προτιμώ την δημιουργική ανάγνωση από την κακή «πέψη» της βιβλιοφαγίας.

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Ε.Π.: ...Ευδοκία με λένε!
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Η γέφυρα των κατασκόπων

Χαρακτηρίστηκε ιστορικό, βιογραφικό ή πολιτικό ή δικαστικό ή κοινωνικό δράμα αλλά και θρίλερ. Είναι η κινηματογραφική εκδοχή της ιστορίας του Τζέιμς Ντόνοβαν, δικηγόρος από το Μπρούκλιν, που ανέλαβε μια αρκετά δύσκολη αποστολή -ως και αδύνατη-, ώστε να απελευθερωθεί ένας πιλότος. Βρισκόμαστε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου όταν ο Αμερικανός δικηγόρος στρατολογείται από τη CIA για να υπερασπιστεί έναν Σοβιετικό κατάσκοπο και να διαπραγματευθεί την ανταλλαγή του με τον Φράνσις Γκάρι Πάουερς τον οποίο κρατούν οι Σοβιετικοί.
Η ταινία του Στήβεν Σπήλμπεργκ περιλαμβάνει κυνηγητά κατασκόπων ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις, σε μια τόσο δύστροπη εποχή που όταν ανέθεταν μια αποστολή σε έναν κατάσκοπό τους έστελναν έναν δεύτερο με σκοπό να παρακολουθεί τον πρώτο, ανταλλαγές κρατουμένων, εφιαλτικά πεδία μαχών, το Βερολινέζικο τείχος... αλλά δε ξεφεύγει ούτε στο ελάχιστο από τις ρεαλιστικές της γραμμές -τηρεί και τις ιστορικές διαστάσεις- κι έτσι δε θα δεις άλλη μία χολιγουντιανή υπερπαραγωγή με άπειρες αμερικανιές και εφέ εντυπωσιασμού αλλά μια πιο γήινη εκδοχή με την αφηγηματική ικανότητα του ταλαντούχου σκηνοθέτη της.
Το πρωταγωνιστικό ρόλο τού δικηγόρου κρατά ο Τομ Χανκς που, ακόμη και σαν όνομα, αποτελεί μια άριστη εγγύηση. Έχει δείξει τόσο τις ικανότητές του στη δραματική τέχνη -και τεχνική- όσο και την κριτική του όταν επιλέγει σενάρια τόσο ως ηθοποιός όσο και ως παραγωγός. Έχει ρισκάρει πολλές φορές στηρίζοντας επιλογές που δεν καλύπτονται με την ομπρέλα της ασφάλειας, διαλέγοντας ιδιαίτερα σενάρια και ποικίλα θέματα, συμπεριλαμβανομένων και εφηβικών κωμικών ταινιών (Η γοργόνα ή το Πάρτι για εργένηδες) που μόνο καριέρες δε χτίζουν. Βέβαια, καταξιώθηκε από δραματικούς ρόλους ενώ απέδειξε παράλληλα ότι το ένστικτό του τον οδηγεί σωστά. Ο Χανκς, λοιπόν, είναι ένας ιρλανδικής καταγωγής αμερικανός δικηγόρος με ειδικότητα τα ασφαλιστικά που δέχεται να υπερασπιστεί τον κατάσκοπο σε μια από την αρχή οριοθετημένη δίκη -περισσότερο για τα μάτια του κόσμου τύπου φιάσκο παρά δίκη ουσίας- μόνο και μόνο γιατί βάση νόμου ακόμη και οι κατάσκοποι έχουν δικαίωμα υπεράσπισης. Το 1957 που ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στο απόγειό του η σύλληψη ενός κατασκόπου ήταν σημαντικότατο εθνικό γεγονός. Το FBI συλλαμβάνει τον Ρούντολφ Έιμπελ αλλά μια δίκαιη δίκη είναι όνειρο θερινής νυχτός. Αυτό που θα συμβεί αργότερα, όταν ο ίδιος άνθρωπος κλίνεται να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή ξεπερνά και την πιο μεγάλη φαντασία. Ο Ντόνοβαν πρέπει να αντεπεξέλθει κάτω από πίεση, υπό την απειλή μιας Ρωσικής επίθεσης, υπό τον τρόμο που σκορπούν κίτρινα δημοσιεύματα... υπό το μίσος προς τις ΗΠΑ... Ο Χανκς κατάφερε να αποδώσει την αμηχανία του ήρωά του μπροστά στις επιπλοκές και τις διαστάσεις της υπόθεσης και δημιούργησε έναν χαρακτήρα πολύ κοντά σε αυτό που θα μπορούσε να φανταστεί ο καθένας από εμάς για τον Αμερικανό δικηγόρο.
Επανέρχομαι σε εκείνο που ανέφερα παραπάνω σχετικά με τις αμερικανιές... το φιλμ αυτό δε βασίζεται σε σκηνές με κυνηγητά, δράση και εφέ. Η γραμμή του επικεντρώνεται στα πρόσωπα και όχι στα πρωτοπόρα ηλεκτρονικά ή τεχνολογικά όπλα ή άλλες τεχνικές των υπερκατασκόπων τύπου Τζέιμς Μποντ ή στις χορογραφημένες πολεμικές σκηνές τύπου Άγγελοι του Τσάρλι. Το αποτέλεσμα είναι ήρεμο, οπωσδήποτε πιο ρεαλιστικό και σε βάζει μέσα στην ταινία αφού οι προσιτοί του ήρωες σού βγάζουν κάτι από τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας και όχι από εξωπραγματικούς χαρακτήρες, απρόσιτους και υπερδύναμους -για να μη πω για τις απίστευτες ικανότητές τους που μόνο λογικές δεν είναι! Επίσης, ένα δεύτερο σημείο που μου άρεσε στην προσέγγιση των συντελεστών είναι η αποστασιοποίηση από το φορμάτ των καλών Αμερικανών και κακών Σοβιετικών όπως το έχουμε συνηθίσει μέσα από τις Χολιγουντιανές παραγωγές. Σε αυτό το φιλμ ο φόβος διακατέχει ισόποσα και τις δύο πλευρές ενώ ακόμα και ο Σοβιετικός Έιμπελ είναι άνθρωπος με καθήκον και όχι ένα τέρας που πρέπει να εξοντωθεί.
Το κατασκοπευτικό δράμα διαθέτει πανέμορφη ατμόσφαιρα εποχής, η εικόνα παραμένει μονοχρωματική και ασπρόμαυρη χωρίς φλύαρα χρωματιστά τοπία και ο Ντόνοβαν αντιπροσωπεύει τη λογική πού, παρά τις απειλές που δέχεται, συνεχίζει αποφασιστικά ως το τέλος εκείνο που ανέλαβε. Οι τρεις σεναριογράφοι, Ματ Σάρμαν, Ίθαν Κοέν και Τζόελ Κοέν, δε ξέφυγαν ούτε στο ελάχιστο προς την υπερβολή -που υποστηρίζει το πανί έτσι κι αλλιώς χάριν θεάματος- και όλη η διανομή ανταποκρίνεται επάξια. Όμορφη η μουσική επένδυση δια χειρός Τόμας Νιούμαν αλλά πραγματικά εκπληκτική η φωτογραφία από τον Γιάνους Καμίνσκι. Εξάλλου, εκεί βασίζεται και ένα κομμάτι της επιτυχίας σε τέτοιες ταινίες που δε χρωστάνε τη γοητεία τους στα εφέ.
Μια γέφυρα, λοιπόν, για να γεφυρώσει τις διαφορές των δύο πλευρών και ένας άνθρωπος που γίνεται το μέσο επικοινωνίας. Ή ένας πολίτης που γίνεται ο δίαυλος επικοινωνίας των κατασκόπων.
Σκηνοθεσία: Στήβεν Σπίλμπεργκ
Hθοποιοί: Τομ Χανκς, Έιμι Ράιαν, Άλαν Άλντα, Μπίλι Μάγκνιουσεν, Όστιν Στάουελ, Ιβ Χιούσον, Μάικλ Γκαστόν
Διανομή: Odeon
Κλικ για περισσότερα της Τζένης
Έγραψαν:
Mια αυθεντική απεικόνιση εποχής και συνθηκών - Dallas Morning News
Ενώνει την εποχή του Ψυχρού πολέμου με την σημερινή τρομοκρατία με μοναδικό τρόπο - L.A. Weekly
Παλιομοδίτικο και άνετο - Arizona Republic

Ο Δημήτρης Γαλάνης για το Υποτελείς και ανυπότακτοι

Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Δ.Γ.: Τα ποιήματα της συλλογής "Υποτελείς και ανυπότακτοι" γράφτηκαν αυθόρμητα κατά διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, χωρίς να προϋπάρχει ο σκοπός της συγκρότησης βιβλίου προς έκδοση. Η έκδοση αποφασίσθηκε με την προτροπή φίλων και του εκδότη. Τα κίνητρα της συγγραφής ήταν η συνεχής ενασχόληση με την ελληνική λογοτεχνία και την ποίηση ειδικότερα, αλλά και το ενεργό ενδιαφέρον μου και οι θέσεις μου μου σε πολιτικοκοινωνικά και φιλοσοφικά θέματα.

Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Δ.Γ.: Μανιφέστο.

Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Δ.Γ.: Να έχει το νου του σε εγρήγορση και την καρδιά του ανοιχτή.

Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Δ.Γ.: Οπουδήποτε περισσεύει ο πόνος, η μοναξιά, η αδικία, ο έρωτας, για αόριστη διάρκεια.

Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Δ.Γ.: "Ήτανε δέντρα μοναχικά
Που σήκωσαν ανάστημα στον ουρανό
Γι΄αυτό τα βρήκε ο κεραυνός
Κι απανθρακώθηκαν"

Λίγα λόγια για το θέμα της συλλογής:
Δ.Γ.: Τα ποιήματα επιλέχθηκαν για να συγκροτήσουν την συλλογή "Υποτελείς και Ανυπότακτοι" επειδή τα συνέδεε ο θεματικός κορμός της αντιπαράθεσης των δύο κόσμων που τόσο με απασχολούσε. Αυτών που αγωνίζονται για τα πιστεύω τους με κάθε τίμημα και αυτών που προσαρμόσθηκαν και αφομοιώθηκαν από το σύστημα. Η προσέγγιση έγινε με σεβασμό προς τους πρώτους και συμπάθεια για τους δεύτερους. Τα ερωτικά ποιήματα θεωρήσαμε με τον εκδότη ότι πλουτίζουν με λιτό λυρισμό τη συλλογή, χωρίς να αντιστρατεύονται το θέμα, αφού και στον έρωτα αντιπαλεύουν οι δύο κόσμοι των τολμηρών και δειλών, νικητών και νικημένων.

Διαβάζοντας τη συλλογή...
Ένα καλαίσθητο βιβλίο με πανέμορφα γραφικά στοιχεία και διάκοσμους με προσκαλεί να εισχωρήσω στις σελίδες του. Η ποίηση του Δημήτρη Γαλάνη, απαλλαγμένη από ρίμες, διαθέτει χαρακτήρα συγκεντρωμένης σοφίας ή κατασταλάγματος ζωής, όμως αρκετές φορές είναι περιγραφική, σαν μικρά διηγήματα. Συνομιλεί απευθείας με τον αναγνώστη του όταν χρησιμοποιεί δεύτερο πρόσωπο -παράλληλα τα νοήματα μεγεθύνονται ως μηνύματα- και όταν γράφει πρωτοπρόσωπα έργα γίνεται περισσότερο συναισθηματικός. Στο Ποια είσαι; ανοίγει διάλογο με μια κόρη που θα μπορούσε να είναι ο άλλος του εαυτός. Αγαπά τόσο τον άνθρωπο, με τις ατέλειες και τα λάθη του, όσο και τη φύση στην οποία αναγνωρίζει δυνάμεις πανίσχυρες. Στο Παράλογο φαίνεται να λατρεύει όλη τη πανίδα στην όψη μιας χελιδονοφωλιάς την οποία, αρκετές σελίδες παρακάτω στο Θέλει τόσο λίγο, χρησιμοποιεί μεταφορικά για ό,τι γκρεμίζεται με μία κίνηση -με μία απόφαση- ενώ χτίζεται με πολλή πολλή δουλειά. Χρησιμοποιεί και εμπνέεται από τη νύχτα, από το φεγγάρι, τα άνθη, τη φωτιά... αλλά μάλλον ξεχωρίζει τη βροχή από όλα τα φυσικά στοιχεία και φαινόμενα καθώς άλλοτε μας προστάζει να βραχούμε (Το παράπονο της βροχής) κι άλλοτε την βλέπει τιμωρό (Βροχή). Λέει ναι στο σεβασμό για τον άλλο, στην αγάπη και στην ανάγκη για αγάπη, στη γυναίκα-ζωή, στην αξιοσύνη, την τιμιότητα και οπωσδήποτε φωνάζει όχι στα δάκρυα για εκείνους που προσπάθησαν, που πάλεψαν ή αντιστάθηκαν. Όχι και στη μοιρολατρία ή τους συμβιβασμούς που δε μας ταιριάζουν.
Συμπαραστάθηκα στο απόσταγμα ότι στον πόλεμο υπάρχουν μόνο ηττημένοι όταν στο έργο του Δρόμος φλεγόμενος αναφέρει:
Και στις δυο μεριές του δρόμου
Μόνο θύματα
Της ανάγκης
και της απόγνωσης
και λάτρεψα τις αφίσες που γλίτωσαν την επικάλυψη απ' τις επίκαιρες στους δρόμους της πόλης (στο Οι ξεχασμένες αφίσες) που πλέον ειρωνεύονται το εφήμερο. Στο ίδιο πλαίσιο και στην ίδια θεματολογία -εκείνα τα έργα που αφορούν αστικά τοπία- υπογράμμισα τη στάση του απέναντι στον ρακοσυλλέκτη ως στάση απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό όταν γράφει:
Ο πληθυντικός στο ρακοσυλλέκτη ήταν
άσκηση αυτοεκτίμησης.
Ξεχώρισα το Ζω ως αξίωμα ζωής γραμμένο μόνο από ρήματα.
Κλικ για περισσότερα της Τζένης
Κερδίστε το!
Οι εκδόσεις Φυλάτος προσφέρουν τρία ηλεκτρονικά αντίτυπα της ποιητικής συλλογής του Δημήτρη Γαλάνη σε ισάριθμους τυχερούς αναγνώστες. Για να συμμετέχετε στην κλήρωση αλλά και για να στείλετε το μήνυμά σας στον ίδιο κλικάρετε το παρακάτω k και συμπληρώστε τη φόρμα. Παρακαλώ, σημειώστε τα ακόλουθα:
Διαβάστε τους όρους και άλλες πληροφορίες σχετικά με τις κληρώσεις, τα δώρα και τους τυχερούς εδώ. Η κλήρωση θα γίνει στις 10 Φεβρουαρίου 2016 και τα ebooks θα αποσταλούν στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των τυχερών από τις εκδόσεις Φυλάτος.
k
Καλή τύχη!

Ο Δημήτρης Γαλάνης γεννήθηκε στα Δωμάτια Καβάλας από αγρότες γονείς. Σπούδασε νομικά στη Θεσσαλονίκη όπου και δικηγορεί από το 1985. Ασχολείται χρόνια με το γράψιμο, αλλά μόλις το 2010 άρχισε να δημοσιοποιεί κάποια κείμενά του (ποιήματα) με τη μορφή συμμετοχής σε πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, αποκομίζοντας διακρίσεις (Τιμητική διάκριση στον Τσακείριο Διαγωνισμό 2010, Έπαινο στον διαγωνισμό «Κούρος Ευρωπού» 2011, δεύτερο βραβείο στον «Παρνασσό» 2011», δεύτερο βραβείο της Βιβλιοθήκης Κοραής Χίου 2014). Ποιήματά του συμπεριλήφθηκαν στις ανθολογίες «Η μοναξιά είναι χάρισμα», και «Ερωτικός λόγος» από τις εκδόσεις «Μαλλιάρης Παιδεία», σε επιμέλεια Μαρίας Θανοπούλου.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φυλάτος
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Φυλάτος για τη διάθεση του βιβλίου
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από την ποιητική συλλογή

Η Δήμητρα Τσότσου και Οι Θεοί δεν έχουν το Θεό τους

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Δ.Τ.: Με έπιασε στον ύπνο. Κυριολεκτικά. Όλα ξεκίνησαν από ένα όνειρο, πολύ καλά σκηνοθετημένο. Μια ταινία μεγάλου μήκους με κανένα κενό. Ξύπνησα και θυμόμουν τα πάντα. Είχα πληρώσει ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Έπιασα αμέσως τον υπολογιστή και άρχισα να γράφω ότι ακριβώς θυμόμουν από την ιστορία μου, μη τυχόν και μου ξεγλιστρήσουνε οι λέξεις. Τίποτα δεν είχε σημασία εκείνη την ημέρα όσο αυτό. Και ήξερα πολύ καλά, πως κάτι πολύ σημαντικό για εμένα ξεκινούσε.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Δ.Τ.: Το βιβλίο μου ταξίδεψε πολύ. Ξεκίνησε από την Αθήνα, κάπου στη Φιλαδέλφεια και μετά άρχισε να μπαίνει σε τρένα, σε αεροπλάνα, σε αυτοκίνητα, σε θάλασσες, πουθενά δε χωρούσε. Από τη Φιλαδέλφεια ταξίδευε κάθε μέρα μέχρι το Μεταξουργείο και ύστερα στο Ντέρμπι της Αγγλίας και πάλι πίσω στην Ελλάδα σε κάποιο καφέ της Μακρυγιάννη κάτω από την Ακρόπολη. Όπου έβρισκα ζεστασιά και χρόνο, άφηνα τις λέξεις να ξετρυπώσουν. Στα τελειώματά του πια, πέρασε μια βόλτα από το Παλαιό Φάληρο και ύστερα η τελευταία του διόρθωση έγινε στο Μάντσεστερ. Παρέα με τη βροχή. Όπου εγώ και αυτό. Με ακολούθησε πιστά, δεν έχω κανένα παράπονο.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Δ.Τ.: Τρία με τέσσερα χρόνια. Ποτέ δεν είπα, τώρα θα καθίσεις και θα γράψεις ένα βιβλίο. Αλλιώς ξεκίνησαν όλα. Οπότε και το απήλαυσα. Είπα στον εαυτό μου, θα το ονομάσεις μυθιστόρημα, μονάχα όταν το δεις να στρίβει στη γωνία του δρόμου και να χάνεται. Εκεί πάει να πει, πως ξεκινά το παιχνίδι σας κι εσύ θα πρέπει να τρέξεις να το προλάβεις. Έτσι κι έγινε. Τότε το είδα πιο συγκεντρωτικά το όλο ζήτημα. Ξέρεις πως πάει μετά. Άρχισαν τα deadlines και τα κάποια «πρέπει» και κάποτε έκανε τον κύκλο του, έτσι υπέροχα όπως τον ξεκίνησε. Και εκείνο το βράδυ ξάπλωσα και ονειρεύτηκα την ιστορία μου ξανά, όπως το παρθενικό της βράδυ. Πολλά χαμόγελα έπειτα. Είχα καταφέρει να πω μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, έτσι όπως ακριβώς την ονειρεύτηκα.

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Δ.Τ.: Αποφθεγματικό, πολυμορφικό, λυρικό, που θέλει να σε δυσκολέψει. Θέλει να σε προβληματίσει. Θέλει να σε βάλει σε σκέψεις. Και θέλει να σου υπενθυμίζει συνεχώς, πως ο πλούτος της ελληνικής γλώσσας είναι αναντικατάστατος.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Δ.Τ.: Όλα κινούνται γύρω από την αγάπη και τα πολλά της πρόσωπα. Αυτοσκοπός των ηρώων είναι να διεκδικήσουν το πέρας των συναισθημάτων τους, όποια κι αν είναι αυτά και με κάθε κόστος. Σημασία για εμένα δεν είχε ποτέ η ιστορία αλλά τα συναισθήματα. Με αυτά δουλεύω και αυτά δίνω απλόχερα στον αναγνώστη. Ναι, φυσικά και υπάρχει ιστορία. Δηλαδή δυο άνθρωποι που ερωτεύονται βαθιά και ο ένας από τους δύο φεύγει με τον χειρότερο τρόπο, που είναι ο θάνατος. Με έναν φόνο συγκεκριμένα. Όχι πως έχει σημασία, διότι τον θάνατο, είτε τον διαλέγεις, είτε όχι, είναι πάντα ακαριαίος, σχεδόν απρόβλεπτος και παρορμητικός. Και τότε εκείνη που μένει πίσω, αποφασίζει να πάει να τον βρει, πως αλλιώς, με τον δικό της θάνατο. Είναι ενοχική αλλά είναι και δειλή. Ένας άγγελος λοιπόν κατεβαίνει στη γη, όχι τόσο για να τη βοηθήσει και για να της αλλάξει τη γνώμη αλλά για να πάρει πίσω τη χαμένη του ζωή. Είπαμε, τον θάνατο κανείς πραγματικά δε τον διαλέγει. Ένα βιβλίο με μαγεμένες σελίδες είναι το κλειδί στην ιστορία, που μέσα από αυτό, παρελθόν, παρόν και μέλλον ανταμώνουν. Φυσικά, εδώ που φτάσαμε, δε θα μπορούσα να παραλείψω, πως όλο αυτό είναι απλώς ένα παιχνίδι των θεών και τίποτα άλλο.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Δ.Τ.: Τα όλα του. Δεν υπάρχει τίποτε που να μην αγαπώ σε αυτό το βιβλίο. Με έκανε να ταξιδέψω, να πιστέψω, να νοιώσω και μου κρατούσε συντροφιά σε πολύ σημαντικά μεταβατικά στάδια της ζωής μου. Αλλιώς μπήκα μέσα σε αυτό και αλλιώς βγήκαμε και οι δυο. Αλλαγμένοι. Διαφορετικοί. Να χαμογελάμε και να κλείνουμε ο ένας το μάτι στον άλλον.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Δ.Τ.: Αν και είναι άδικο για τους υπολοίπους, θα το πω απροκάλυπτα. Η Εύα. Είναι ο άνθρωπος που μπορώ, ξαπλώνοντας κατάχαμα, όπως κάνει εκείνη, καθώς βλέπει τα αστέρια της να συναντιούνται στον ουρανό, να θαυμάζω πολύ. Είναι εκείνη που θα φτάσει πέρα και από το τέλος, προκειμένου να διεκδικήσει αυτό που της ανήκει και που επ’ ουδενί δε θα συγχωρήσει την αδικία. Είναι μάχιμη και εγώ λατρεύω τους μάχιμους ανθρώπους. Θεωρώ τον αγώνα ισότιμο της αξιοπρέπειας και αντικαθιστώ τη λέξη επανάσταση, πριν προλάβει κανείς να το σκεφτεί, με το ήθος. Κι όλα αυτά, μέσα από μία παιδική διάθεση, μέσα από ένα ουράνιο τόξο χρωμάτων και αυτοσχεδιασμών πάνω σε μια καθημερινότητα, που ενώ ξέρει πόσο προβλέψιμη είναι, παλεύει, για να την κρατήσει. Η Εύα είναι ο άνθρωπος που δεν ευχαριστιέται με το τέλειο, δηλαδή με τον παράδεισο, κάτι που θα ικανοποιούσε και τον πιο ανικανοποίητο. Είναι ο άνθρωπος που διεκδικεί το παρόν του, γιατί ξέρει να ζει πολύ καλά με αυτό και γιατί δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα, αν δεν κάνει πρώτα τα βήματα του «τώρα». Δεν προτρέχει, ζει. Κι ανταλλάσσει το άπιαστο, το τέλειο, με το αυτό που επιβάλλεται να ζήσω. Για αυτήν, η ρουτίνα των μικρών καθημερινών της στιγμών είναι η δική της αμβροσία. Νομίζω, πως άμα πω περισσότερα, θα περιγράψω κι άλλο τον δικό μου εαυτό, οπότε και σταματώ εδώ.

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Δ.Τ.: Συναίσθημα. Ο αναγνώστης θα συναντήσει όλα εκείνα που ίσως ξεχνάει μέσα στην καθημερινότητά του. Όπως, το πόσο κοντά φτάνει ο έρωτας στο θάνατο. Πως κανείς δεν είναι δεδομένος. Πως και η πιο μικρή λέξη είναι μεγάλη. Πώς είναι να σε αγαπάει ένας γονιός και μέχρι που θα έφτανε.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Δ.Τ.: Σε σχέση με το βιβλίο, να μπορέσει ο αναγνώστης να αισθανθεί έστω τα μισά από αυτά που αισθάνθηκα εγώ. Σχετικά με τη ζωή, προσπαθώ να μην έχω αγωνίες. Προσπαθώ, όσο γίνεται, να χρωματίζω τη ψυχή τη δική μου και των αγαπημένων μου ανθρώπων, παρά να τη μαυρίζω. Νομίζω, αυτή είναι η ιδιότητά μου.

Φοβάστε…
Δ.Τ.: Φοβάμαι την άνοια. Τη ξεχασιά. Αυτό που ο άλλος σε βλέπει και δε σε αναγνωρίζει. Ή ακόμη χειρότερα, αυτό που εσύ τον κοιτάς και δε θυμάσαι την πρώτη φορά που σου έφερε λουλούδια, το πρώτο χάδι, την αγωνία σας για το παρακάτω, τις στιγμές σας. Το τρωκτικό της μνήμης είναι χειρότερο και από την απόλυτη εξαφάνιση.

Αγαπάτε...
Δ.Τ.: Τους ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στη ζωή μου. Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από εκείνους που είναι δίπλα σου σε όλα. Πακέτο με αυτό, αγαπώ και τη ντομπροσύνη. Αν είσαι άτιμος, φεύγεις από τον κύκλο. Την προδοσία την απεχθάνομαι και την απομαγνητίζω, πριν εκείνη με κομματιάσει.

Ελπίζετε...
Δ.Τ.: Αν όχι για εμάς, για τη δική μου γενιά εννοώ, ελπίζω σε μια πιο αληθινή ζωή για τις επόμενες γενιές. Συνήθως κάτι που είναι πολύ στη μόδα κάνει τον κύκλο του και σπάει σα φούσκα. Δυστυχώς όμως, η εποχή του δήθεν, των σέλφι, της υπερπροσπάθειας να δείχνεις φωτοσοπαρισμένος, της γκομενικής έπαρσης και της αμάθειας, δε λέει να τελειώσει. Και νομίζω πως αυτό έχει καταντήσει κάπως κουραστικό, να συναντάς μηδέν αυθεντικότητα και πολλή προσπάθεια για το τίποτα. Ελπίζω λοιπόν στην αναγέννηση της χαμένης μας αυθεντικότητας και αξιοπρέπειας. Πιστεύω, πως είμαστε ευνοημένοι ως τώρα ως προς τις παροχές από τα σπίτια μας και το βάθος των σπουδών μας, ώστε να βάλουμε μυαλό και να αξιοποιήσουμε πραγματικά τις δυνάμεις μας. Τέρμα οι δικαιολογίες, αυτό προσπαθώ να πω.

Θέλετε...
Δ.Τ.: Είμαι ένα παιδί και τα παιδιά όλο θέλουν. Αλλά αυτό που πραγματικά θα ήθελα, πράγμα πολύ παιδικό μάλλον, είναι ιδανικά, να σταματούσαν όλες αυτές οι τρομοκρατικές επιθέσεις, το ασύλληπτο σκορποχώρι των ανθρωπίνων ψυχών, το παιχνίδι της ατιμίας και το επιχορηγούμενο σημείο μηδέν της χώρας μας, που έγινε από χωριό ολόκληρος χάρτης και κοντεύει να μας πνίξει. Τι άλλο πρέπει πια να μας συμβεί ώστε να προσπαθήσουμε περισσότερο;

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Δ.Τ.: Αυτοί που αγαπούν το βιβλίο, την γλώσσα μας, ξέρουν να διαβάζουν τα συναισθήματα και έχουν υπομονή. Αυτοί που ξέρουν να διαβάζουν τις εικόνες. Το βιβλίο αυτό δεν είναι κάτι γρήγορο και εύκολο, κυρίως γιατί δε μου αρέσουν ούτε τα γρήγορα, ούτε τα εύκολα.

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Δ.Τ.: Δε θέλω κανείς να πρέπει να το διαβάσει. Εγώ θέλω να θέλεις. Και θέλω να θέλεις πολύ.

Γιατί δεν πρέπει;
Δ.Τ.: Γιατί δεν πρέπει να πρέπει.

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Δ.Τ.: Ο κάθε αναγνώστης, όπου και να βρίσκεται μπορεί να το παραγγείλει στην ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου Phonographic Society Books, καθώς επίσης και στο Amazon και στο βιβλιοπωλείο Λοκομοτίβα στα Εξάρχεια.

Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Δ.Τ.: Να και κάτι καλό που κάνουν τα social media. Απαντάω σε κάθε μήνυμα που αφορά το βιβλίο είτε στο λογαριασμό μου στο facebook, είτε στο twitter.

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Δ.Τ.: Το βιβλίο είναι πολυδιάστατο, οπότε, μη βιαστείτε να το κρίνετε από το εξώφυλλό του. Κάθε σελίδα χρωματίζεται διαφορετικά. Στο τέλος, κανένας αναγνώστης δε θα έχει στο μυαλό του ένα χρώμα. Πάω στοίχημα γι' αυτό.

Ποια μουσική;
Δ.Τ.: Δεν μπορώ να γράψω ποτέ χωρίς τους Muse μου. Αυτός είναι απαράβατος κανόνας. Αυτοί είναι οι μουσικοί τους και η μουσική τους, το ύφασμα στις εικόνες μου. Οι θεοί δεν έχουν το θεό τους, όπως και κάθε άλλο γραπτό μου, δε φτιάχτηκε ποτέ, χωρίς αυτούς.

Ποιο άρωμα;
Δ.Τ.: Ηλίανθοι και γιασεμιά. Αέρας, χώμα και θάλασσες.

Ποιο συναίσθημα;
Δ.Τ.: Αγάπη και έρωτας. Οι επιφάνειες και τα βάθη τους. Τα όλα σου και τα μισά σου. Τα πρέπει σου και τα μπορώ σου.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Δ.Τ.: Θάλασσα. Δεν υπάρχει τίποτα τόσο πολυμορφικό και πολυδιάστατο, συνάμα τόσο γοητευτικό και επικίνδυνο, τόσο στα άκρα και τόσο γαλήνιο την ίδια ακριβώς στιγμή, όσο η θάλασσα. Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι που το ζωγραφίζουν στο μυαλό μου έτσι, ζητώ συγγνώμη αν διακρίνατε κάποια έπαρση.

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Δ.Τ.: Αγαπώ αυτή την ερώτηση για τον εξής λόγο. Είμαι τόσα πολλά πράγματα, τα οποία και απολαμβάνω, τουλάχιστον ως προς το ιδεολογικό κομμάτι τους, όπως ας πούμε έχω τρία πτυχία νομικής τα οποία και αξιοποιώ καθημερινώς, εφόσον είμαι εν ενεργεία δικηγόρος. Το επάγγελμα του δικηγόρου δε το αγαπώ, όμως η νομική είναι μια λατρεμένη επιστήμη, που σε μαθαίνει να έχεις σκέψη και λόγο την ίδια στιγμή. Πολύ βολικό για κάποιον που δε του αρέσει να παραμένει στις θεωρίες. Έχω επίσης σπουδάσει θέατρο. Το θέατρο είναι μαγεία. Είναι ταξίδι με δώρο πακέτο ψυχανάλυσης. Είναι η διαδρομή από το εγώ σου στην ομάδα και πάλι πίσω στο εγώ σου, είναι όλα αυτά μαζί που θες και δε θες να είσαι. Τίποτα όμως δεν είναι σα τη συγγραφή. Τίποτα δεν αντικαθιστά μέσα μου τις λέξεις και όλα αυτά που θέλω να γράψω. Οι λέξεις για εμένα είναι μεγάλες κινηματογραφικές εικόνες με μουσική. Είναι βουβές. Και γεννιούνται μόνο, όταν η μουσική σταματήσει. Αυτό θέλω να είμαι. Αυτό που ήμουν πάντα. Να γράφω όλα εκείνα που περνούν από μπροστά μου. Και τίποτε άλλο. Σκηνοθέτης λέξεων. Υπάρχει αυτό; Αυτό θέλω να είμαι.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς; 
Δ.Τ.: Θα με δεις να διαβάζω από ένα απλό ένθετο περιοδικό μέχρι Κάφκα. Για να σε αγαπήσουν οι λέξεις, πρέπει πρώτα να μάθεις εσύ να τις αγαπάς. Και για να εκτιμηθεί το όποιο έργο σου, πρέπει να μάθεις εσύ πρώτα να εκτιμάς όλα όσα βρίσκονται εκεί έξω. Μου αρέσουν λοιπόν πολλοί συγγραφείς, τόσο από την ελληνική όσο και από τη ξένη λογοτεχνία. Νομίζω όμως, ότι είμαι επηρεασμένη από κλασικούς βικτωριανούς συγγραφείς, όπως ο Κάρολος Ντίκενς με τις Μεγάλες Προσδοκίες του. Μόνο κάποιος τόσο σπουδαίος θα μπορούσε να προβλέψει τη σπουδαιότητά του μέσα από τον ίδιο το τίτλο ενός τόσο σημαντικού βιβλίου του, την ίδια στιγμή που η ίδια η ιστορία του βιβλίου κάνει αυτόν το τίτλο φύλλο και φτερό. Πανέξυπνος. Αγαπώ τον ρεαλισμό του και τον θαυμάζω παράλληλα. Στην ίδια κατηγορία ανήκει και η Τζέιν Ώστιν. Επίσης είμαι φανατική αναγνώστρια του Μπέκετ. Και μη ξεχνιόμαστε. Οι δικοί μας κλασικοί. Αν δεν έχεις διαβάσει την Οδύσσεια του Ομήρου δεν έχεις διαβάσει τίποτα. Και φυσικά δε θα μπορούσα να παραλείψω τον μοναδικό Μ. Καραγάτση, που καταπίνω τα βιβλία του κυριολεκτικά σαν καραμέλες.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Δ.Τ.: Σίγουρα ναι. Δεν μπορώ και δε θέλω να πιστέψω ότι δεν έχω δεχτεί επιρροές. Προσπαθώ στη ζωή μου να μην έχω είδωλα, για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω σε αυτά, γιατί μπορεί να σου δημιουργήσουν εμμονές και επειδή ζούμε σε μια εποχή, όπου το να είσαι ακόλουθος ή οπαδός κάποιου, μπορεί να σε παρασύρει σε ακρότητες και χάσιμο της δικής σου αυθεντικότητας, προτιμώ αποστασιοποιημένα μόνο να θαυμάζω. Επειδή η γραφή μου είναι αποφθεγματική, λειτουργεί πάνω στις εικόνες και στα συναισθήματα των ανθρώπων, θα μπορούσα με σιγουριά να πω, πως δε με έχει επηρεάσει κάποιος «ωμός» ή «εμπορικός» συγγραφέας, όπως ας πούμε ο Ντοστογιέφσκι. Σπουδαίος, δεν αντιλέγω, αλλά αν εγώ και εκείνος συναντιόμασταν κάπου, δε θα τα βρίσκαμε ποτέ, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Για να είμαι όμως ειλικρινής, αν δεν επηρεαστείς από κάποιον ή κάτι, δεν έχεις να πεις τίποτα. Και αυτός ο κάποιος ή το κάτι, δεν είναι ποτέ ίδιοι ή ίδιο. Πάντως, αν θες να σου πω βιβλίο συγκεκριμένα, παρόλο που πιάνω τον εαυτό μου πολλές φορές να κουνάει το κεφάλι του πάνω κάτω, όταν διαβάζει Τάσο Λειβαδίτη, νομίζω ένα βιβλίο που με συγκλόνισε πολύ ήταν το Αγαπητέ Θεέ του Ερίκ Εμανουέλ Σμίτ, όπου ξεκινάει, ως εξής, «με λένε Όσκαρ, είμαι δέκα χρονών, έχω βάλει φωτιά στη γάτα, στο σκύλο, στο σπίτι, αν δεν κάνω λάθος έχω ψήσει και τα χρυσόψαρα κι αυτή είναι η πρώτη φορά που σου γράφω, γιατί μέχρι σήμερα, λόγω του σχολείου δεν είχα χρόνο». Μια νουβέλα, για τον 10χρόνο Όσκαρ που πάσχει από λευχαιμία και γράφει γράμμα στο Θεό. Το βιβλίο αυτό το θυμάμαι, κάθε φορά που συμβαίνει κάτι πολύ σημαντικό, δηλαδή θέμα υγείας, είτε σε εμένα, είτε στο περιβάλλον μου.

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Δ.Τ.: Οι ήρωές μου με κάνουν ότι θέλουν. Ξεκινούν από πλαστελίνη, που εγώ είμαι έτοιμη να παίξω μαζί της. Ναι έτσι ξεκινούν, αλλά να σου πω κάτι; Ποτέ δεν ήμουν καλή στα εικαστικά και αυτοί οι παμπόνηροι το ξέρουν και με εκδικούνται. Οι ήρωές μου με πάνε ακριβώς όπου θέλουν εκείνοι. Ταξιδεύω εγώ μαζί τους. Και έχει πλάκα, γιατί όλο αυτό είναι ένα παιχνίδι. Ξέρουμε πολύ καλά και οι δύο πλευρές πως θα τελειώσει αυτή η ιστορία αλλά παρόλα αυτά, μπορούν και κάνουν τα δικά τους.

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Δ.Τ.: Όλα ξεκινούν από ένα μικρόβιο που γεννιέται σχεδόν με τη δική σου γέννηση. Πίνεις το γάλα σου, το πίνει και αυτό. Τρως τα φρούτα σου, τα τρώει και αυτό, κ.ο.κ. Η φαντασία είναι το Α και το Ω στη τέχνη, στην οποιαδήποτε έκφραση μέσω της τέχνης αλλά από εκεί και έπειτα, θέλει σκληρή δουλειά. Το επάγγελμα του συγγραφέα δεν είναι χόμπι. Θέλει στρώσιμο. Θέλει μελέτη. Πρέπει να διαβάσεις, να αναλύσεις, να απορρίψεις, να θαυμάσεις άλλους συγγραφείς. Και όχι μόνο βιβλία αλλά οτιδήποτε εμπεριέχει γραπτό λόγο. Επίσης θέλει ενημέρωση. Πρέπει να αντιλαμβάνεσαι σε τι εποχή ζεις. Και σαφέστατα πολύ καλή οργάνωση σκέψης. Επειδή οι λέξεις είναι ατίθασες και δε τις κοντρολάρεις εύκολα, εσύ θα πρέπει να είσαι έμπειρος, να τις προσγειώνεις λιγάκι.

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Δ.Τ.: Το βιβλίο, όπως και οποιαδήποτε μορφή τέχνης ή έκφρασης, θα πρέπει καταρχήν να το απευθύνεις. Είτε το απευθύνεις σε έναν άνθρωπο είτε σε όλο τον κόσμο, ξέρεις πως κάποιος παραδίπλα, οφείλει να σε ακούσει. Αν όχι, τότε είναι ένα απλό ημερολόγιο, που κατά τη γνώμη μου δεν έχει καμία σημασία, εκτός αν στο ημερολόγιό του κανείς, γράφει πολύ σημαντικά πράγματα, όπως ας πούμε έκανε η Άννα Φρανκ. Έπειτα είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζεις από την αρχή τι θα πεις στο τέλος και ακόμη κι αν περιγράψεις τις ζωές χιλίων ανθρώπων να κινείσαι πάντα στον ίδιο κεντρικό άξονα. Ρόλο παίζει και να ξέρεις τη ταυτότητά σου. Αν δεν είσαι πεζός, μην προσπαθήσεις να γίνεις. Αν δεν είσαι λυρικός, επίσης, κ.ο.κ.

Τι την αποτυχία;
Δ.Τ.: Δύσκολη λέξη. Ποτέ κανείς δεν μπορεί να πει απόλυτα αυτό είναι επιτυχία, πόσο μάλιστα αποτυχία. Την αποτυχία για εμένα δε την καθορίζουν οι λίγες πωλήσεις, διότι όλα έχουν να κάνουν και με το παιχνίδι της διαφήμισης και του μάρκετινγκ, που αν είναι καλό, απογειώνει το βιβλίο. Η αναγνωρισιμότητα δε σημαίνει απαραίτητα και επιτυχία για εμένα. Φυσικά και την απολαμβάνεις όταν έρχεται, δε θα μπορούσα ποτέ να είμαι αλαζόνας με κάτι τόσο καλό, όμως δεν είναι και αυτοσκοπός, όταν αυτό που έφτιαξες, είναι αυτό που ξέρεις να κάνεις καλύτερα από όλα και το πιστεύεις. Αυτή η σκέψη για μένα είναι ηδονή και στο δικό μου μυαλό δεν αφήνει κανένα περιθώριο αποτυχίας. Αποτυχημένο λοιπόν θεωρώ το καθετί μέτριο, γρήγορο, «αρπαχτικό» και επιτηδευμένα εμπορικό.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Δ.Τ.: Το στομάχι χρειάζεται τροφή και ο νους γνώση. Το μυαλό πρέπει να το εκπαιδεύεις για να μη σε αφήσει νωρίς και η βιβλιοφαγία είναι το σωστότερο φάρμακο, ειδικά σε έναν κόσμο που λέμε καλημέρα στον διπλανό μας, μέσω εφαρμογών κινητών και υπολογιστών.

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Δ.Τ.: «Τα καλύτερα έχουν έρθει, να τα ζεις». Οι άνθρωποι είμαστε αχάριστοι και ματαιόδοξοι. Παλεύουμε πάντα για ένα καλύτερο αύριο με νύχια και με δόντια πολλές φορές και τελικώς, καταλήγουμε να σπρώχνουμε στην άκρη όλο μας το τώρα. Φυσικά και πρέπει κανείς να σκέφτεται το μέλλον, ώστε να είναι μάχιμος αλλά για να γίνει αυτό, επιβάλλεται να ζεις το παρόν σου. Συνήθως, ζούμε με το παρελθόν όταν θέλουμε να είμαστε μελοδραματικοί και κάπως οκνηροί και με το μέλλον, όταν είμαστε υπέρ αγωνιστές. Και ξέρεις ποιο είναι το αποτέλεσμα των υπερ αγωνιστών; Παλιμπαιδισμός. Σίγουρα δε θα μου άρεσε αυτός να είναι ο τίτλος της ζωής μου πάντως.
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Η Δήμητρα Τσότσου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα.


Οι περισσότεροι λένε πως γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μεγάλο ροζ σύννεφο, που δεν έχει σκάλα να την οδηγήσει πίσω στη γη. Από μικρή αγαπούσε το βιβλίο, το όποιο βιβλίο. Έτσι μια μέρα, έγραψε το δικό της, που το αγάπησε πιο πολύ από όλα τα άλλα. Εντωμεταξύ, κάπου ανάμεσα στην αρχή και στο τέλος του, σπούδασε νομική στο Κάρντιφ της Ουαλίας, έπειτα ανηφόρισε στο Μπρίστολ της Αγγλίας και από εκεί κατέληξε στο Ντέρμπι, βάζοντας στον σάκο της δυο μεταπτυχιακά. Αφού τελείωσε με τις περιηγήσεις της στη Μεγάλη Βρετανία, επέστρεψε στην Ελλάδα, για να σπουδάσει θέατρο, να δουλέψει ως δικηγόρος, λίγο ως αρθρογράφος σε εφημερίδα και λίγο ως ηθοποιός, για να επιστρέψει και πάλι στην Αγγλία, πιο βόρεια ακόμη, στο Μάντσεστερ αυτή τη φορά, για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Πλέον, είχε πιστέψει και εκείνη, όπως οι ήρωες της άλλωστε, σε ένα από τα πολλά πρόσωπα της αγάπης και αποφάσισε να το ακολουθήσει, σε όποιο σημείο της γης αυτό διάλεγε να πάει. Δεν είναι ρομαντική, μα ερωτεύεται. Δεν είναι ονειροπόλα, μα ονειρεύεται. Δεν είναι κάτι παραπάνω από ένα παιδί, που κυνηγά στον ουρανό ένα μπαλόνι και μέσα από τα μάτια του σου λέει μια ιστορία.

Δείτε κι αυτό:
Οι Θεοί δεν έχουν το Θεό τους [preview]
Phonographic Society Books

Σαν τα στυλό

Της Καλλιόπης Δημητροπούλου

Οι ανθρώπινες σχέσεις διαβιούν
σαν τα στυλό διαρκείας.
Έχουν γραφίδα και μελάνι.
Και είναι εκεί για να γράφουν.
Η ζωή τους κυλά μέσα από το μελάνι
που ενίοτε βάφεται και με χρώμα.
Της χρώσης το άλικο
προσδίδει φλόγα και ένταση.
Η ρέουσα πράσινη ύλη
διαγράφει εξτρίμ καταστάσεις.
Όλα τα υπόλοιπα χρώματα κινούνται
μεταξύ κοινοτυπίας και ρουτίνας.
Το ενδεχόμενο της αχρησίας
τυπώνει ανεξίτηλα στη σάρκα τους
την ημερομηνία της λήξης.
Η λήθη οδηγεί στο μπλοκάρισμα.
Η παράχρηση εγκυμονεί θέματα τοξικότητας.
Το σελοφάν κάλυμμα έχει και αυτό τη σημασία του.
Προστατευτική και βιοτική ένδυση
-και επένδυση θα 'λεγα-
της ποιότητας του περιχομένου.
Η έγκαιρη διαπίστωση της ημίαιμης γραφίδας
με την τριβή σε άγριο σκαρί
και τη ζέση των χνώτων
ίσως -διακεκομμένα πρώτα- και να παράξει ζωή.

Δυο τρία στυλό στο συρτάρι
ασφυκτιούν παγωμένα στο χρόνο.


Copyright © Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου All rights reserved 27/12/2015
Η συνοδευτική φωτογραφία είναι επιλογή της ίδιας.

Περισσότερα από/για την Καλλιόπη Δημητροπούλου:
ΕΝΥΠΝΙΟ
Ακούς τη βροχή;
«Δε χορταίνω τη θάλασσα», Καλλιόπη Δημητροπούλου
«Ποίημα είναι...», Καλλιόπη Δημητροπούλου

Ο λάκκος του Ντίνου Παπασπύρου

Όσο μεγαλώνω και κοιτάω πίσω, τόσο περισσότερα διαπιστώνω για την τόσο αγαπημένη δεκαετία του ’80 στην οποία γεννήθηκα και μεγάλωσα. Αναμνήσεις μιας εποχής γεμάτη αλλαγές, που όλοι αναπολούμε νοσταλγικά ξέροντας πως δε γυρίζει πίσω… Όπως όλα. 

Θυμάμαι τη new age Tv, τα πρωτοεμφανιζόμενα ιδιωτικά κανάλια, που στα παιδικά μου μάτια ήταν μαγικά. Όλο ταινίες, ταινίες, τηλεπαιχνίδια και λαμπερές παρουσίες. Πόση διαφορά από τη δημόσια τηλεόραση...! Η οποία είχε βέβαια εκπληκτικές παιδικές εκπομπές, αλλά κατά τα άλλα ήταν…βαρετή. Ξενόφερτες μουσικές και συνήθειες, τρελές διαφημίσεις, το κουτί με τα παραμύθια, Sesame Street, Goonies και Mc Hammer, Annie και Mary Poppins, Θάντερκατς, τα Κινέζικα Παραμύθια, Φρου- Φρου, τι να πρωτοθυμηθώ;

Λαμπερή δεκαετία, πολύχρωμη, γεμάτη, και… άνετη. Αλλά υπάρχει και κάτι που εμείς, τα παιδιά της μεγαλούπολης του ’80 δε ζήσαμε ποτέ. Και δεν έζησε κανείς μετά από εμάς. Δεν γνωρίσαμε τις αλάνες! Δεν παίξαμε ποτέ με το χώμα. Δε γυρνούσαμε στα στενά της γειτονιάς μέχρι κάποιος να μας φωνάξει να μαζευτούμε. Η πόλη μας ήταν ήδη… kid unfriendly.
Δεν υπάρχει χώρος για να μεγαλώσουν παιδιά στις πόλεις μας. Τα κλείνουμε στους τέσσερις τοίχους των τσιμεντένιων μας κουτιών και τους παρέχουμε φτιαχτά παιχνίδια στους παιδότοπους. Η πόλη έπρεπε να είναι ένας τεράστιος παιδότοπος! Και ίσως να μην είχα καταλάβει τόσο τη διαφορά, αν δεν είχα παιδιά. Αν δεν είχα την τύχη να ζήσω όση απέμεινε από την παιδικότητά μου στην επαρχία. Που αλάνες μπορεί να μην είχε, αλλά ήταν μικρό νησί και είχε θάλασσα… δίπλα μου. Είχε δρόμους στενούς και δεν είχε φανάρια στις άκρες. Είχε παιδιά να ξεχύνονται από κάθε γωνιά και να παίζουν… μέχρι να τους βάλει κάποιος τις φωνές για να μαζευτούν επιτέλους σπίτι.

Πόσο τυχεροί ήταν τελικά αυτοί που μεγάλωσαν πριν από μας! Τυχεροί μέσα στην ατυχία της δύσκολης εποχής που έζησαν. Αλλά τα παιδιά είχαν τις αλάνες! Και αυτό που θυμούνται είναι ατέλειωτο παιχνίδι… και φίλοι. Πόσα παιδιά σήμερα παίζουν στ’ αλήθεια; Πόσα παιδιά θα μεγαλώσουν και θα θυμούνται παιδικούς φίλους;
«Δεκαπέντε μικρά πεζά αφηγούνται γεγονότα αντιπροσωπευτικά μιας εποχής που χάθηκε, μιας πόλης που βιάστηκε να αλλάξει και μιας γενιάς που δε θα πάψει να αναπολεί και να νοσταλγεί τα ανέμελα παιδικά παιχνίδια σε μια συγκεκριμένη γειτονιά της Θεσσαλονίκης, το λάκκο Στρατηγείου, τη σημερινή οδό Καυταντζόγλου.

Ξεκινούσε από τα νταμάρια της Δόξας από όπου μάζευε τα απόνερα από το Σέιχ-Σου. Περνούσε κάτω από την οδό των Νοσοκομείων και κατηφόριζε προς τη Λεωφόρο Στρατού, έχοντας δεξιά τους στρατώνες του Πεντηκοστού Συντάγματος και αριστερά παλιά τουρκόσπιτα με αυλές. Πριν τη λεωφόρο στένευε, για να περάσει κάτω από τη θολωτή γέφυρα. Μετά αφού έκανε ένα ζιγκ-ζαγκ τραβούσε κατευθείαν στη θάλασσα, αφήνοντας πίσω τις αλάνες της παλιάς Έκθεσης, από τη μια και από την άλλη νεότερα σπίτια, πολλά νεοκλασικά, Kisla Deresi (της Βοσκής) τον ανέφεραν οι γραφές. Χείμαρρο Λύτρα ή Στρατηγείου τον σημείωναν οι τοπογραφικοί χάρτες. Στη γειτονιά όλοι τον έλεγαν λάκκο.»1

Ο λάκκος που δε γνώρισα εγώ ποτέ. Μια άγνωστη γειτονιά σε μια πόλη που μου είναι τόσο οικεία και τόσο ξένη. Μια πόλη που αγαπώ και με δένει κάτι απροσδιόριστο μαζί της… αλλά όχι αναμνήσεις από παιδικά χρόνια.
Κλικ για περισσότερα της Κατερίνας
Η συλλογή του Ντίνου Παπασπύρου περιλαμβάνει δεκαπέντε μικρά πεζά και είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ιανός. Δυστυχώς δε ξέρουμε αν υπάρχει στην αγορά και αν μπορείτε να το βρείτε (ακόμα), αλλά μπορείτε να διεκδικήσετε ένα αντίτυπο εδώ.

Κερδίστε το!
Για να συμμετέχετε στην κλήρωση κλικάρετε το παρακάτω k και συμπληρώστε τη φόρμα. Παρακαλώ, σημειώστε τα ακόλουθα:
Διαβάστε τους όρους και άλλες πληροφορίες για τις κληρώσεις, τα δώρα και τους τυχερούς εδώ. Η κλήρωση θα γίνει στις 18 Φεβρουαρίου 2016 και το βιβλίο θα αποσταλεί ταχυδρομικά.
k
Καλή τύχη!

Ο Ντίνος Παπασπύρου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1938. Είναι αυτοδίδακτος ζωγράφος. Μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει έργα του σε 13 προσωπικές εκθέσεις στη γενέτειρα πόλη του αλλά έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 50 ομαδικές σε όλη την επικράτεια όπως και σε 2 στην Σουηδία. Εκτός από τα Λευκώματα με τους πίνακές του, πολλά πεζά του έχουν δημοσιευθεί στον ημερήσιο Τύπο και σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το 2000 εκδόθηκε Ο λάκκος που περιέχει 15 πεζά και το 2010 η συλλογή Λάμψεις και σκιές μνήμης. Περισσότερα θα βρείτε στο προσωπικό του ιστολόγιο.

1 Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Αόρατα κορίτσια

Πιστεύετε στα θαύματα;
Κάποιοι θα απαντούσαν ναι και κάποιοι, πιο γήινοι, θα έλεγαν: ίσως, αλλά και ο πιο απαισιόδοξος ορθολογιστής δε θα απαντούσε με το απόλυτο όχι.
Μάλλον.
Μάλλον, γιατί ο άνθρωπος έχει ανάγκη το θαύμα για πολλούς λόγους, ένας βασικός εκ των οποίων είναι για να επιβιώσει η ελπίδα του.

Στο βιβλίο της Μανίνας Ζουμπουλάκη τα κορίτσια, ανά τις δεκαετίες, βίωσαν το θαύμα και, κάποιες πιο τυχερές, πάνω από μία φορά. Μικρά και μεγάλα θαύματα που συμβαίνουν ανύποπτα για να τις σώσουν από τις ατυχίες τους, από κακουχίες, ακόμα και από τον θάνατο. Τα κορίτσια της αγωνίζονται ελπίζοντας σε ένα καλύτερο μέλλον, κρατούν σφιχτά από το χέρι την ελπίδα και παλεύουν με κάθε τρόπο και μέσο. Επιβιώνουν σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον κρύβοντας την γυναικεία πλευρά τους και στολίζουν τις μέρες τους με δραματική τέχνη, μουσική και θέαμα ενώ μαζί τους κάνει βήματα εμπρός και η ιστορία που, έτσι κι αλλιώς, δε τερματίζει ποτέ.
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα...
...συναντώ υπέροχες γυναίκες γεννημένες από την πρώτη δεκαετία του προηγούμενου αιώνα μέχρι τις μέρες μας -και πέρα από αυτές- ενώ ξετυλίγονται ιστορίες πολέμου, μετανάστευσης και επιβίωσης κάτω από αντίξοες συνθήκες, και εντοπίζω ομοιότητες στη ροή του χρόνου -η ζωή κάνει κύκλους- και επαναλήψεις στην ιστορία των ανθρώπων -η ιστορία κάνει κύκλους. Γυναίκες που πόνταραν στο θαύμα, γιατί το θαύμα είναι η ελπίδα τους όταν δεν έχει μείνει κάτι για να κρατηθούν και πράγματι, εκείνο δεν τις εγκαταλείπει.
Μια έντονη ανάγκη για πατρίδα φορτίζει τις ηρωίδες όταν ο τόπος τους τις διώχνει μακριά και μια ακόμη μεγαλύτερη για έναν τόπο που θα τον κάνουν τόπο τους, για το σπίτι που θα γίνει σπίτι τους... για την εποχή που θα είναι η εποχή τους...

Από τους ήρωες...
Αγαπώ τον Μάριο, ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι, όταν λέει: «Είμαι ηθοποιός... δεν ξέρω να κάνω τίποτα χρήσιμο» όταν η ίδια η ζωή τον διαψεύδει παταγωδώς. Η διασκέδαση που προσφέρει είναι μέγα έργο κάθε εποχή ενώ λίγες σελίδες παρακάτω διαβάζει τον ουρανό, γνωρίζει τα αστέρια και βρίσκει το δρόμο του στο σκοτάδι. Ικανότητα που θα του σώσει τη ζωή.
Συμπάσχω με την Αννίς που έχασε την οικογένειά της αλλά βρήκε μια νέα, και μαζί έναν νέο τόπο να δημιουργήσει αναμνήσεις, ένα νέο σπίτι να αναπαυθεί.
Καταλαβαίνω την Ελπίδα και το δρόμο της ενώ πολλοί θα της προσέδιδαν δεκάδες λάθη, αλλά η Μανίνα φροντίζει τόσο τα κορίτσια της που μόνο να συμφωνήσεις μαζί τους μπορείς.
Εκπλήσσομαι με τη Ζωή και γοητεύομαι από όλες.
Λατρεύω τη Σμαρώ που αντιστέκεται σε κάθε εμπόδιο και ζει μέχρι τα εκατό μπας και προλάβει να κάνει όλα εκείνα για τα οποία γεννήθηκε.

Από όλα τα μηνύματα του μυθιστορήματος ξεχώρισα -και θεωρώ ότι το ίδιο θα ισχυρισθείτε κι εσείς- εκείνο το ...να κάνεις αυτό που θέλεις! Η εποχή δε θα είναι ποτέ σωστή, δεν υπάρχει σωστή εποχή! Και, αμέσως, σκέφτομαι τα πράγματα που θέλω να κάνω, θυμάμαι να διώχνω την αναβλητικότητά μου και να θυμάμαι ότι η ζωή είναι εδώ και τώρα.
Έχοντας διαβάσει το μισό βιβλίο σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιστορικό μυθιστόρημα αλλά η Μανίνα δε στάθηκε στις εξελίξεις και στις ιστορικές καταγραφές παρά επικεντρώθηκε στους ήρωές της και στις δικές τους διαδρομές, κρατώντας τη μαγεία της αφήγησης παρά τις επεξηγήσεις της ιστορίας. Λίγες σελίδες παρακάτω θα καταλάβω ότι δε θα μπορούσε ποτέ να φέρει τον ιστορικό προσδιορισμό καθώς η ιστορία δε σταματάει σε κάποια εποχή, ούτε στο σήμερα, αλλά προσπερνάει το παρόν που ζούμε και πηγαίνει παρακάτω σε ένα υποθετικό χρόνο που όμως θα μπορούσε να είναι η αμέσως επόμενη σελίδα της ιστορίας. Εκείνης που γράφεται με γιώτα κεφαλαίο.
Κι όσο περνούν οι δεκαετίες, ο ένας πόλεμος διαδέχεται τον άλλο και η μία καταστροφή την επόμενη... ένας διωγμός έναν άλλο και μια δυστυχία μία άλλη, σε ένα ατελείωτο γαϊτανάκι που στριφογυρίζει αλλά επαναλαμβάνεται στο άπειρο. Υπογραμμίζω μια φράση που είναι αδύνατο να προσπεράσω και αναλογίζομαι πόσο επίκαιρες είναι πάντα οι πολεμικές ιστορίες -δυστυχώς. Γράφει, πολύ απλά αλλά τόσο σπουδαία: ...πόσο σε αλλάζει ο πόλεμος, σου τρώει όλον τον ενθουσιασμό, πόσο σε αφήνει λειψό, είτε φαίνεται το κομμάτι που έχασες είτε όχι.
Παρατηρώ ότι δεν πολυασχολείται με τις χρονικές πληροφορίες. Αφήνει τον αναγνώστη να μετρήσει τις μέρες ή να τις αντιληφθεί από την αφήγηση. Να αφουγκραστεί το χρόνο από τις λέξεις γιατί, προφανώς, δεν έχει τόση σημασία η λεπτομερής καταγραφή του χρόνου όσο τα γεγονότα, οι άνθρωποι... Κι επειδή η ζωή συνεχίζεται και θα συνεχίζεται στο διηνεκές, ενίοτε κάνοντας κύκλους και επαναλαμβάνοντας τον εαυτό της, δε χρησιμοποιεί τόσο παρελθοντικούς χρόνους, όσο ενεστώτα. Όλα έχουν συμβεί, όλα συμβαίνουν πάλι και θα ξανασυμβούν. Έτσι και οι ιστορίες των κοριτσιών της.

Κι επειδή έχω σπουδάσει φωτογραφία, και όσο να 'ναι έχω μια ιδιαίτερη σχέση μαζί της, ξεχωρίζω την άποψη περί φακού όταν βρίσκει πιο εύκολη τη ζωή μέσα από μια κάμερα γιατί τη βλέπεις σωστά καδραρισμένη, κι ας είναι αμοντάριστη ή θολή ή στρεβλή ή ό,τι άλλο είναι -ή όπως αλλιώς την νιώθεις ότι είναι. Μέσα από τον φακό όλα μπαίνουν στη θέση τους και φωτίζονται ανάλογα. Τακτοποιούνται, ρυθμίζονται, ρεγουλάρονται, ισιώνουν, ξεκαθαρίζουν και αισθάνεσαι ότι ο εαυτός σου έχει βγει από την εικόνα...
Τα κεφάλαια, εξάλλου, είναι σαν κινηματογραφικές σκηνές ή επεισόδια σίριαλ. Αυτό που έγινε τότε συμβαίνει τώρα στην "οθόνη" αλλά το βιβλίο διαβάζεται αργά, απολαυστικά και χωρίς καμία βιάση καθώς, όταν τελειώνει ένα κεφάλαιο δε γνωρίζεις τι θα συμβεί στο επόμενο. Αν θα ξανασυναντήσεις τον ήρωά σου, σε ποια ηλικία... αν θα έχει περάσει μια στιγμή, μερικές μέρες, ένας χρόνος ή άπειρα χρόνια. Γι' αυτό κράτα την κάθε στιγμή ως πολύτιμη και μοναδική. (Μα, έτσι δεν είναι και η ζωή; Τρέχεις τρέχεις να πας παρακάτω, να φτάσεις στον στόχο σου... βιάζεσαι να προσπεράσεις δυσκολίες και εμπόδια και ξεχνάς να χαρείς τη στιγμή, να γευτείς το σήμερα...)
Κι αφού οι ηρωίδες -τα κορίτσια της Μανίνας- αγαπούν το θέατρο, τη μουσική, τον κινηματογράφο, το θέαμα... την Τέχνη, θα συναντήσεις πολλή μουσική από τους Pink Floyd και τους Oasis, τη Cindy Lauper ή τον Διονύση Σαββόπουλο, τους Tears for Fears και τόσους άλλους. Θα μάθεις τη σημασία του να είναι κανείς σοβαρός (του Όσκαρ Ουάιλντ) αφού θα σε απασχολήσουν οι ατάκες του περισσότερο από ό,τι θα περίμενες αρχικά, θα συναντήσεις την Vesta Tilley και, παράλληλα, σε ανύποπτο χρόνο, θα απαντήσεις το ερώτημα: γιατί έγινε ο Τρωικός πόλεμος;
Και όλα αυτά μέσα από μια απίθανη, φρέσκια αφήγηση και σύγχρονη γλώσσα με όλες τις μεταμοντέρνες λέξεις λατινικοαγγλικής προέλευσης που εισχωρούν στην καθημερινότητά μας και την παραδοχή ότι ο κόσμος φτιάχτηκε από άντρες για άντρες αλλά δεν είναι οριστικά ανδροκρατούμενος. Μα, πόσα αόρατα κορίτσια!
Η ίδια η συγγραφέας, με κάθε βιβλίο της, αποδεικνύει πόσο καλή είναι και πόσο υπέροχα χειρίζεται κάθε καταγραφή ή ιστορία καθώς περνά με μαεστρία από το ένα είδος στο άλλο προσφέροντας ποικίλα ερεθίσματα στους αναγνώστες της.  Έχει πια δείξει ότι μπορεί να γράψει τα πάντα και να είναι εξίσου καλή σε όλα.

Υ.Γ.: Το εξώφυλλο κοσμεί η Μαρίκα Γεωργοπούλου, το γένος Κωνσταντινίδη, γιαγιά της Μανίνας Ζουμπουλάκη.
Κλικ για περισσότερα της Τζένης
Το μυθιστόρημα της Μανίνας Ζουμπουλάκη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Οι πλαγιογραμμένες φράσεις είναι αποσπάσματα από το βιβλίο.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Παπαδόπουλος για τη διάθεση του βιβλίου.

Περισσότερα από/για την Μανίνα Ζουμπουλάκη:

Η Τατιάνα Κοτσώνη και Ο κύριος με τα χρυσάνθεμα

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Τ.Κ.: Είχα στο μυαλό μου μια παρόμοια αληθινή ιστορία και κάπως έτσι ξεκίνησε αυτό το βιβλίο.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Τ.Κ.: Στο δωμάτιο μου κυρίως, κάθε βράδυ στις 4 το πρωί για 2 χρόνια. Όταν τελείωσα, μου πήρε πολύ καιρό να ξανακοιμηθώ σαν άνθρωπος!

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Τ.Κ.: Αληθινό και με κάποιο τρόπο τρυφερό.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Τ.Κ.: Σε μια περασμένη εποχή, ένας συγγραφέας αντιδικεί με τον ήρωα του, τον άλλο του εαυτό, πάνω στα γεγονότα της ζωής του και αρνείται να αποκαλύψει το όνομά του. Λένε πως η τρέλα είναι απλώς μια άλλη γλώσσα. Μιλώντας λοιπόν αυτή τη γλώσσα, στον κόσμο της λογικής, με εχθρό τον ίδιο του τον εαυτό, ο Κύριος με τα Χρυσάνθεμα, θα καταφέρει να επιβιώσει. Παραπάνω από αυτό. Θα καταφέρει να ζήσει. Ώστε στο τέλος, καμιά σημασία δεν θα έχουν πια τα πραγματικά ονόματα. (Από το οπισθόφυλλο).

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Τ.Κ.: Τα πάντα νομίζω. Με βοήθησε να δω τη ζωή διαφορετικά.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Τ.Κ.: Η Μαρίζα για τη δύναμη και το κουράγιο της.

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Τ.Κ.: Θα μπορέσει να δει συναισθήματα που όλοι έχουμε μέσα μας από μια άλλη οπτική γωνία. Θα ταυτιστεί, μπορεί να συγκινηθεί και στο τέλος σίγουρα θα ανακουφιστεί.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Τ.Κ.: Η ευτυχία. Δεν ξέρω τι ορισμό να της δώσω κι αν είναι κάτι που ορίζεται τελικά.

Φοβάστε...
Τ.Κ.: Να μείνω μόνη μου.

Αγαπάτε...
Τ.Κ.: Ανθρώπους, τη γάτα μου, το γράψιμο,το διάβασμα, το χορό, τις πολεμικές τέχνες. Τα τελευταία δύο μοιάζουν πολύ μεταξύ τους.

Ελπίζετε...
Τ.Κ.: Είναι λίγο αστείο, λίγο κλισέ, λίγο εκτός τόπου και χρόνου άλλα πραγματικά ελπίζω σ΄ένα καλύτερο αύριο ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

Θέλετε...
Τ.Κ.: Αυτή τη στιγμή γλυκά. Σοκολατένια γλυκά και είμαι εντάξει.

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Τ.Κ.: Δεν ξέρω, αλλά πολύ θα ήθελα να το αγαπήσουν όλοι.

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Τ.Κ.: Δεν μου αρέσουν τα πρέπει. Καθόλου όμως!

Γιατί δεν πρέπει;
Τ.Κ.: Το ίδιο ισχύει και για τα «Δεν πρέπει».

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Τ.Κ.: Αν το παραγγείλετε σε κάποιο βιβλιοπωλείο ή και απευθείας στις εκδόσεις Πηγή.

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Τ.Κ.: Όλα τα χρώματα. Είναι πραγματικά πολύχρωμο!

Ποια μουσική;
Τ.Κ.: Jazz και Αργεντίνικο Tango.

Ποιο άρωμα;
Τ.Κ.: Λεμόνι και βανίλια.

Ποιο συναίσθημα;
Τ.Κ.: Η αγάπη σε όλες τις μορφές της.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Τ.Κ.: Συχνά το φαντάζομαι και ως ταινία.

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Τ.Κ.: Αρχαιολόγος. Συγκεκριμένα με ενδιαφέρει η βιβλική αρχαιολογία.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Τ.Κ.: Στον τρόπο που γράφω νομίζω πως όχι. Στον τρόπο που σκέφτομαι με επηρεάζει περισσότερο η ποίηση. Ο Ρίτσος. Ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Λαπαθιώτης. Ο Φιλύρας, ο Σαίξπηρ, ο Μπρεχτ, ο Λόρκα και η λίστα δεν έχει τέλος!

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Τ.Κ.: Οι ήρωες μου είναι κομμάτι από εμένα. Με ορίζουν και τους ορίζω.

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Τ.Κ.: Ενσυναίσθηση, θέληση και πειθαρχία. Η φαντασία είναι εξίσου σημαντική. Η εμπειρία όπως την αντιλαμβάνομαι μάλλον σε βάζει σε καλούπια.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Τ.Κ.: Ναι, μπορεί. Υπήρξαν φορές στη ζωή μου που διάβαζα ακόμη και οικονομικές αναλύσεις από τις οποίες δεν καταλάβαινα τίποτα. Αν κάτι γίνει μανία σε εξαντλεί.

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Τ.Κ.: Αφού μ’ αρέσουν τα παραμύθια θα πω «Μια φορά κι έναν καιρό...».
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Για το βιβλίο...
Ποτέ δεν πίστευα ότι τα βιβλία επιλέγουν τους ανθρώπους. Πάντα ήμουν της άποψης ότι οι άνθρωποι επιλέγουν τα βιβλία τους. Μέχρι που να βρουν εκείνο το ένα. Που μπορεί να μην είναι ένα σε ποσότητα, αλλά ένα σε ιδέα. Σε φωνές κι αισθήματα. Πάντα θεωρούσα ότι τα βιβλία είναι φωνές. Οι φωνές των δημιουργών τους. Το προτιμώ από την «πένα». Δεν ξέρω γιατί. Ίσως γιατί κάποια βιβλία μιλάνε ακριβώς εκεί που έχουμε την περισσότερη ανάγκη να ακούσουμε μια φωνή. Ίσως γιατί όταν διαβάζω, ακούω πράγματι μια φωνή να μου διηγείται μια ιστορία.
Αυτό το βιβλίο φαίνεται όμως ότι με επέλεξε. Ήρθε σε μένα κατευθείαν από τη δημιουργό του, σε μια χρονική στιγμή ιδιαίτερη και φορτισμένη, όπου το τελευταίο πράγμα που θα περίμενα να μου ‘ρθει, ήταν το πρώτο «τραγούδι» μιας νέας φωνής. Η οποία το μόνο που ζητούσε από μένα… ήταν να την ακούσω.

LEMON

Η επερχόμενη ταινία μικρού μήκους της Σίλιας Κατραλή ονομάζεται LEMON, δηλαδή λεμόνι που έχει τον υπέρτατο συμβολικό χαρακτήρα στο φιλμ. Η σκηνοθέτης, αφιερώνοντας λίγο χρόνο, μου δίνει τις απαραίτητες πληροφορίες και κατευθύνσεις.
Πως προέκυψε η ιδέα;
Σ.Κ.: Η ιδέα προέκυψε εντελώς ξαφνικά τον Αύγουστο του 2015. Ίσως όχι τόσο αδικαιολόγητα αν αναλογιστούμε τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα του φετινού Αυγούστου. Έγραψα το σενάριο μέσα στην γενική αναστάτωση και την θλίψη των ημερών του Αυγούστου από μία απλή βόλτα στην Πλάκα προέκυψε η ιδέα. Η παλιά Αθήνα ήτανε πάντοτε πηγή έμπνευσης. Στην ταινία μάλιστα θα δούμε κι αρκετά πλάνα της παλιάς Αθήνας.

Τι πραγματεύεται η ταινία; Ποιο το θέμα της;
Σ.Κ.: Η ταινία πραγματεύεται την έκπτωση των αξιών και την κοινωνική αποχαύνωση στο ''νοθευμένο'' παρόν.
Στο επίκεντρο της ταινίας ''LEMON'' βρίσκεται μία φανταστική απομονωμένη σουρεαλιστική κοινωνία στην οποία η θρησκεία έχει τον υπέρτατο τυραννικό ρόλο και ταλανίζει ως μάστιγα τις μοναξιές των ανθρώπων. Και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές ως άνθρωποι ακροβατούν στις πτωχευμένες αξίες μιας αγάπης, μίας αλλοτρίωσης και μίας κραυγαλέας ψυχικής αποσύνθεσης στην κοινωνία που χρησιμοποιεί προσωπεία καθημερινά βαμμένα με αίμα απ΄τις ψυχές των ανθρώπων.
Οι ψυχές είναι λεμόνια που πωλούνται, αγοράζονται και θυσιάζονται στο βωμό μιας αποχαυνωμένης θρησκευτικής λατρείας.
Γιατί επέλεξες ταινία μικρού μήκους και ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες και οι δυσκολίες όταν πρέπει μέσα σε λίγα λεπτά να διηγηθείς και να αναπτύξεις τα πάντα; 
Σ.Κ.: Επέλεξα να κάνω το ''LEMON'' μικρού μήκους ταινία ήταν κυρίως για να μην κουράσω το θεατή. Αυτό που ήθελα να δώσω έπρεπε να είναι ξεκάθαρο και μεστό χωρίς περιττές σκηνές, χωρίς φλυαρία. Όλο το κόνσεπτ δεν έπρεπε να κουράσει έπρεπε να αποστείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Δεύτερος και σημαντικός λόγος είναι ότι με την μορφή της αυτή η ταινία θα μπορέσει να διαγωνιστεί στα φεστιβάλ του εξωτερικού για τα οποία προορίζεται. Απ΄ την αρχή στόχος μας ήταν το διαγωνιστικό μέρος σε διεθνή φεστιβάλ κι έτσι η ταινία έπρεπε να είναι μικρού μήκους για να 'χουμε τη δυνατότητα να διαγωνιστούμε.
Η συνεργασία με την Μαρίνα Μπασέτα και τον Ευάγγελο Κοντομήτρο που είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές της ταινίας ήταν πολύ ευχάριστη και ιδιαίτερα δημιουργικοί. Τα παιδιά με βοήθησαν πολύ σε αυτό. Ο καθένας προσέθεσε τη δική του πινελιά και την δικό του προσωπικό στίγμα πάνω στο αρχικό πλάνο και τους ευχαριστώ ολόψυχα.
Οι βασικοί συντελεστές της ταινίας μικρού μήκους LEMON
Το τραγούδι Μετράω στιγμές εμπνεύστηκε από την ταινία LEMON. Στίχοι: Ευάγγελος Κοντομήτρος

Ο Εμμανουήλ Μαύρος και Ο υιός του Νείλου


Πώς σας ήρθε η ιδέα;
Ε.Μ.: Η συγγραφή ήταν ένα όνειρο από τα εφηβικά μου χρόνια. Από πάντα σκεφτόμουν να αποσυρθώ από την ενεργή επαγγελματική δράση σε μια ώριμη ηλικία και να αφοσιωθώ σε αυτό. Υπήρχαν όμως καλοί φίλοι δίπλα μου που διάβαζαν τα κείμενά μου και με παρότρυναν να το κάνω πιο νωρίς. Είχα ήδη γράψει τρία χειρόγραφα, «Ο Υιός του Νείλου» ήταν το δεύτερο στη σειρά και βασίστηκε πάνω σε εμπειρίες, γνώσεις και εικόνες από την διετή διαμονή μου στη Μέση Ανατολή. Ως ιδέα προέκυψε από ένα περιστατικό που διάβασα στην εφημερίδα ως μονόστηλο – δυστυχώς τα σοβαρά θέματα γίνονται μονόστηλο και τα ανούσια δισέλιδο – για μια αιρετική ομάδα του Ισλάμ που σκόρπισε το θάνατο σε αντιφρονούντες. Το άρχισα ως κινηματογραφικό σενάριο που στην πορεία μεταλλάχθηκε με το σκεπτικό, πως τέτοια project δεν παράγονται στην Ελλάδα. Έτσι λοιπόν αποφάσισα να χτίζω ιστορίες που να έχουν μυστήριο, να κινούνται γύρω από ιστορικά δεδομένα με κινηματογραφικές δράσεις και ανατροπές -τέτοιες που δεν πρόκειται ποτέ να παρουσιαστούν ως ιστορίες στον ελληνικό κινηματογράφο.

Πού γράψατε το βιβλίο σας;
Ε.Μ.: Ένα μικρό μέρος του σχεδιάστηκε και ξεκίνησε στην Αθήνα. Πολλά πράγματα άλλαξαν όταν έφτασα στο Αμμάν της Ιορδανίας και τις γύρω χώρες της Μέσης Ανατολής. Εκεί γράφτηκε και ολοκληρώθηκε το μεγαλύτερο μέρος του.

Παραμυθένιες σκέψεις πάνω σΤο τραγούδι της γιαγιάς, της Λίνας Μπένου


Η Στελλίτσα Ζαχαρίτσα και η κολλητή της, η Κοκκινοσκουφίτσα, κάθονται μπροστά στο τζάκι. Η Στελλίτσα, με την μπλε τουφίτσα, διαβάζει απορροφημένη ένα βιβλίο ενώ η Φίτσα κόβει μήλα για την πίτα που θα φτιάξει στη γιαγιά της. Ακούνε το «Μένω Εκτός», της Λίνας Νικολακοπούλου και τη φωνή της Ελευθερίας…
-Τι διαβάζεις κι έχεις πέσει με τα μούτρα μέσα στο βιβλίο, Στελλίτσα μου;
-Αχ, ...άσε με και είμαι στο τέλος… σνιφ! Ακούμε και αυτό το τραγούδι… γάντι του ταιριάζει… σνιφ!
-Καλέ κλαις; Τόσο πολύ σε συγκίνησε;
-Ναι, είναι βαθιά αληθινή ιστορία, συναισθηματική πολύ…
-Πες μου σε παρακαλώ και μένα… 
-Άντε να σου πω… Είναι ένα μυθιστόρημα για τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Θα μου πεις και πού είναι το πρωτότυπο; Τόσα βιβλία, τόσες ιστορίες… Κι όμως, πάντα με καθηλώνουν αυτές οι περιγραφές από τα δύσκολα εκείνα χρόνια… τόσοι άνθρωποι, εκατοντάδες διαφορετικές ζωές κι όμως όλες έχουν κοινό τον ξεριζωμό, το βάσανο της επιβίωσης, την λαχτάρα της επιστροφής… Όπως λέει κι η συγγραφέας: «…όσα βιβλία και να γραφτούν ακόμη, ποτέ δε θα είναι αρκετά. Οφείλουμε να μεταλαμπαδεύουμε την Ιστορία μας στις επόμενες γενιές, να την κληροδοτούμε, να μην την ξεχνάμε ποτέ και να διδασκόμαστε από αυτή, γιατί η Ιστορία αποτελεί το συνδετικό κρίκο του παρελθόντος με το παρόν και στα σπλάχνα της κυοφορείται το μέλλον.» (Σελ.15) Πόσο συμφωνώ… έτσι είναι ακριβώς!

Η Σμαραγδή Μητροπούλου Μια στιγμή, μια αιωνιότητα μονάχα


Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Σ.Μ.: Το βιβλίο αυτό με ώθησαν να το γράψω κάποια προσωπικά βιώματα σε συνδυασμό με μυθοπλασία. Επίσης, υπήρξαν και κάποια μουσικά κομμάτια που με άγγιξαν ιδιαίτερα, καθώς και φωτογραφίες κιτρινισμένες απ’ το χρόνο που κουβαλάνε τόσες αναμνήσεις. Αυτά όλα λειτούργησαν ως πηγές έμπνευσης.

Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Σ.Μ.: Ταξίδι.

Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Σ.Μ.: Να το διαβάσει με τα μάτια της καρδιάς και της ψυχής και μετά με τα σωματικά του μάτια.

Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, πού θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Σ.Μ.: Θα πηγαίναμε σε καστροπολιτείες δίπλα στη θάλασσα (που έχουν πολλά κρυμμένα μυστικά), στις Κυκλάδες, στα Δωδεκάνησα, στην Αμερική (την εποχή της μετανάστευσης), στην Ανατολή… θα ταξιδεύανε οι ψυχές μας πάνω από το Αιγαίο, θα βουτούσαν μέσα στο απέραντο γαλάζιο. Όσο για τον χρόνο, απλά θα σταματούσε!

Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Σ.Μ.: «Η πραγματική μουσική, παιδιά μου, δεν χρειάζεται παρτιτούρες ούτε νότες. Βρίσκεται βαθιά μέσα μας! Ένα ερέθισμα… μια στιγμή… και ξεπετάγεται σαν ποτάμι ορμητικό. Κι αλίμονο σ’ αυτόν που δεν θα ακολουθήσει την επιταγή της καρδιάς του! Θα είναι καταδικασμένος να πνίγεται σε μια ζωή ρηχή και ανούσια!»


Στο οπισθόφυλλο...
Όνειρα… αποφάσεις… επιλογές…
Αρκεί, κάποιες φορές, μια τόση δα μεταβολή της τύχης για να πάρει άλλη κατεύθυνση η ρότα του καραβιού που λέγεται ζωή και να αλλάξουν όλα… όλα.
Γιατί…
Ένα σημάδι μπορεί να διαρκέσει για πάντα και μια στιγμή να σημαδέψει την ψυχή για μια αιωνιότητα.

«Ο ουρανός ξαφνικά γέμισε αστερόσκονη. Πού βρίσκομαι; Πού πηγαίνω; Αιωρούμαι ανάμεσα στο χτες, στο σήμερα και στο αύριο...»
«...στάζεις μέσα μου το πιο γλυκό κρασί και θέλω να το πιω μέχρι τέλος, να στραγγίξω και την τελευταία σταγόνα, προτού να’ναι πολύ αργά και τελειώσει το όνειρο...»
«...Η μουσική είναι μέσα σου... μέσα στην ψυχή και στην καρδιά σου. Αφουγκράσου την και άφησέ την να σε οδηγήσει...»
«...Τα όνειρα κάποιες φορές μοιάζουν με αποξηραμένα άνθη φυλακισμένα στο μπαούλο του χρόνου...»1

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Όστρια.

Δείτε κι αυτό:

1 Τα αποσπάσματα δημοσιεύθηκαν στον προσωπικό λογαριασμό της Σμαραγδής Μητροπούλου στο facebook.

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
΄΄Εξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΌταν έπεσε η μάσκα, Κωνσταντίνας ΜαλαχίαΤο μαγικό καράβι των Χριστουγέννων, Θάνου ΚωστάκηΗ λέσχη των φαντασμάτων, Κυριακής ΑκριτίδουΟ αστερισμός των παραμυθιών, Λίτσας ΚαποπούλουΟ Κάγα Τίο... στην Ελλάδα, Καλλιόπης ΡάικουΠαζλ γυναικών, Σοφίας Σπύρου
Το μονόγραμμα του ίσκιου, Βαγγέλη ΚατσούπηΗ μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση, Χριστόφορου ΧριστοφόρουΠλάτωνας κατά Διογένη ΛαέρτιοΚαι χορεύω τις νύχτες, Γαβριέλλας ΝεοχωρίτουΑιθέρια: Η προφητεία, Παύλου ΣκληρούΠορσελάνινες κούκλες, Δέσποινας ΔιομήδουςΆπροικα Χαλκώματα, Γιώργου Καριώτη
Το δικό μου παιδί!, Γιώργου ΓουλτίδηΟι Σισιλιάνοι, Κωνσταντίνου ΚαπότσηΜέσα από τα μάτια της Ζωής!, Βούλας ΠαπατσιφλικιώτηΖεστό αίμα, Νάντιας Δημοπούλου
Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου, Ελένης ΦωτάκηΟι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί, Κωνσταντίνου ΤζίμαΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη