Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ ebooks ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ματωμένος Δούναβης * Αιθέρια: Η προφητεία * Ζεστό αίμα * Το μονόγραμμα του ίσκιου * Μέσα από τα μάτια της Ζωής! * Οι Σισιλιάνοι ** Ποίηση: Και χορεύω τις νύχτες * Δεύτερη φωνή Ι * Άπροικα Χαλκώματα ** Διάφορα άλλα: Πλάτωνας κατά Διογένη Λαέρτιο * Παζλ γυναικών ** Παιδικά: Τα βάσανα του Τεό και της Λέας * Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση * Η λέσχη των φαντασμάτων * Το μαγικό καράβι των Χριστουγέννων * Ο αστερισμός των παραμυθιών * Οι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί * Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου * Ο Κάγα Τίο... στην Ελλάδα ** Νουβέλες: Πορσελάνινες κούκλες * Το δικό μου παιδί * Όταν έπεσε η μάσκα

«Να ταξιδέψουν οι ιστορίες μου», Έλενα Σαλιγκάρα

Πως μετράμε... την ευτυχία;
Ε.Σ.: Η ευτυχία αποτελείται από μικρές και -συνήθως- απλές, καθημερινές στιγμές. Νομίζω πως τη μετράμε σύμφωνα με το πόσο έντονα είναι τα συναισθήματα που νιώθουμε.

Την δημιουργία;
Ε.Σ.: Παίζει σημαντικό ρόλο ο τρόπος που βιώνουμε τη δημιουργία. Το πώς αφομοιώνεται μέσα μας, τα συναισθήματα που μας αφήνει αλλά και το πώς αντιλαμβάνονται τα έργα μας οι γύρω μας.

Την επιτυχία;
Ε.Σ.: Πιστεύω πως ο χρόνος είναι αυτός που θα κρίνει κατά πόσο είναι επιτυχημένες οι κινήσεις μας.

Πως ένιωσες όταν ολοκλήρωσες το πρώτο σου έργο, ποιο είναι αυτό και σε ποια ηλικία συνέβη;
Ε.Σ.: Το πρώτο μου έργο αποτελεί ένα μυθιστόρημα με τίτλο "Πέρα από τη γέφυρα". Πρόκειται για ένα βιβλίο που ολοκλήρωσα πρόσφατα. Είμαι τριάντα δύο ετών και θυμάμαι πως αυτό που ένιωσα -και συνεχίζω να νιώθω- ήταν πως ήθελα πολύ να το μοιραστώ με άλλους ανθρώπους.

Αν η ζωή σου ήταν... μια σκηνή από ταινία, ποια θα ήταν αυτή;
Ε.Σ.: Σίγουρα μία που θα έβγαζε ανάμεικτα συναισθήματα.

...μια μουσική σύνθεση, τι θα ακούγαμε;
Ε.Σ.: Μια μελωδία που θα περιείχε λυρισμό.

...μια στιγμή στο χρόνο, πότε θα ζούσες;
Ε.Σ.: Εκείνη τη στιγμή που νιώθεις την απόλυτη ψυχική και σωματική ολοκλήρωση.
Ποιο χρώμα έχει... η χαρά;
Ε.Σ.: Ανάκατα και έντονα χρώματα που σχεδόν δεν ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο.

Η λαχτάρα;
Ε.Σ.: Το μπλε.

Η φλόγα;
Ε.Σ.: Το κόκκινο.

Πιστεύεις...
Ε.Σ.: Σε όσα νιώθω.

Πονάς...
Ε.Σ.: Με οτιδήποτε με αγγίζει.

Προχωράς...
Ε.Σ.: Εφόσον έχουν ξεκαθαρίσει όλα μέσα μου.

Χορεύεις;
Ε.Σ.: Όπως προστάζει η ψυχή.

Ξαναγεννιέσαι...
Ε.Σ.: Με ένα χαμόγελο αγαπημένου προσώπου, ένα όμορφο τραγούδι, ένα θετικό νέο.

Χάνεσαι...
Ε.Σ.: Ενώ γράφω προσπαθώ να γίνω ο ήρωάς μου.

Τραγουδάς;
Ε.Σ.: Όποτε κρατιέμαι να μη φωνάξω.

Διαβάζεις...
Ε.Σ.: Καθημερινά, συνήθως κάποιο μυθιστόρημα ή διήγημα.

Γράφεις...
Ε.Σ.: Όποτε νιώθω πως έχω κάτι να πω.

Παίζεις...
Ε.Σ.: Κυρίως με τις λέξεις!


Απάντησε η
Έλενα Σαλιγκάρα
Νέοι καλλιτέχνες, δημιουργοί, συγγραφείς μιλούν για εκείνους για το έργο τους.
Περισσότερα σαν κι αυτό στη στήλη Blood New

Καλλιτεχνικό ή λογοτεχνικό βιογραφικό σημείωμα:
Ε.Σ.: Αποτελώ μέρος της συντακτικής ομάδας του http://www.anapnoes.gr/. Παράλληλα δημοσιεύω συχνά κείμενά μου στο http://tovivlio.net/ καθώς και άλλα sites. Προσφάτως διακρίθηκα στον λογοτεχνικό διαγωνισμό Βρώμικες Ιστορίες της Πόλης του http://120lekseis.com/.

Στόχοι και επιδιώξεις:
Ε.Σ.: Nα ταξιδέψουν οι ιστορίες μου όσο πιο μακριά γίνεται.

Όνειρα:
Ε.Σ.: Να γυρίσω όλο τον κόσμο!

Ακολουθούν έργα της Έλενας Σαλιγκάρα που δημοσιεύθηκαν σε διάφορες ιστοσελίδες...

Ο βράχος

Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Τα όνειρα της Μαρίας Χριστίνας με το οδοιπορικό τους σε τοπία και μέρη που δε θυμόταν να τα έχει περπατήσει ποτέ στ’ αλήθεια, συνεχίζεται.
Μα τι στο καλό της συμβαίνει στ’ αλήθεια;
"Βλέπει" μέρη με τέτοιες λεπτομέρειες, που όπως λέει και η ίδια, δε μπορεί να πιστέψει ότι ΔΕΝ υπάρχουν. Θα τα περπάτησε, είτε σε κάποια του παρελθόντος στιγμή αλλά ίσως και να τα βαδίσει στο μέλλον.
Τούτη τη φορά βρέθηκε, λέει, στο σπίτι των προγόνων του πεθαμένου γαμπρού της, άντρα τής κατά πολύ μεγαλύτερης αδελφής της.
Το θυμάται με τέτοιες λεπτομέρειες, που είναι αδύνατον το σπίτι αυτό να μην υπήρξε. Και αρχιτέκτονας να ήταν, τις ίδιες λεπτομέρειες θα έβλεπε σαν αυτές που εκείνη είδε στο όνειρό της.
Ήταν μία ξύλινη κατασκευή από ξύλο όχι τραχύ όπως συμβαίνει με τα χωριατόσπιτα, αλλά λουστραρισμένο και παρά την ηλικία του βρισκόταν σε άριστη κατάσταση. Δέσποζε της περιοχής και δεν ήξερε η Μαρία Χριστίνα εάν βρισκόταν σε χωριό ή σε κωμόπολη, πάντως σε πόλη δεν ήταν.
Από τα ανοιχτά του παράθυρα σαν σε αετοφωλιά, αντίκριζες ένα ανεμπόδιστο από άλλα κτίσματα τοπίο, και περιέργως πώς, σε έκανε να νιώθεις ένα αεράκι ελευθερίας και ευχαρίστησης.
Το πιο παράξενο με το όνειρο δεν ήταν το σπίτι αυτό καθ’ εαυτό, που βέβαια όμοιό του δεν είχε ποτέ ξαναδεί, και ήταν απόλυτα σίγουρη γι’ αυτό, μα οι άνθρωποι, τους οποίους "είδε" μέσα, πέραν του από πολλά χρόνια πεθαμένου πεθερού της αδελφής της.
Ένα σιωπηλό συγγενολόι που είχε προφανώς έρθει να αποχαιρετήσει το σπίτι του συγγενή τους που επρόκειτο να πουληθεί. Τους έλεγε (μόνον αυτός μιλούσε) ότι θα εισέπραττε ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσόν, σε νόμισμα ολοκαίνουριο δηλαδή Ευρώ, σε μια εποχή που η Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε καν σαν ιδέα υπήρχε ακόμα.
Ήταν καμιά εικοσαριά νοματαίοι, καθισμένοι στο άδειο από έπιπλα σαλόνι πάνω σε αόρατες καρέκλες που επέτειναν την αίσθηση του κενού και αυτή η αίσθηση του άδειου, σου έφερνε ανατριχίλα.
Το τραχύ σανιδένιο πάτωμα είχε σκουπιστεί καλά και η Μαρία Χριστίνα θυμάται ακόμη και η σκούπα ήταν από εκείνες τις αρχαίες που χρησιμοποιούσαν 70-80 πριν. Φροκαλιά την έλεγε η Σμυρνιά προγιαγιά της.

Στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ...

Σε μία ανάρτηση όλα τα δελτία τύπου για τις παραστάσεις στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ. Δείτε τί έρχεται τη δημιουργική σεζόν 2016-2017 (από τον Οκτώβριο του 2016 και μετά), επιλέξτε και επικοινωνήστε με τη σκηνή για να κλείσετε τα εισιτήριά σας. Ανατρέξτε σε όλη τη σελίδα για να δείτε το σύνολο των παραστάσεων, τα στοιχεία επικοινωνίας με το θέατρο και επιστρέφετε από καιρό σε καιρό καθώς η ανάρτηση ενημερώνεται καθημερινά.

Η Λεμονιά Μουλά Ξένη μέσα στη ζωή της

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Λ.Μ.: Από μια συζήτηση που είχα με την ψυχολόγο μου.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Λ.Μ.: Στο σπίτι μου.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Λ.Μ.: 1 ½ χρόνο.

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Λ.Μ.: Γυναικεία ψυχολογία.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Λ.Μ.: Μια διχασμένη γυναικεία προσωπικότητα.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Λ.Μ.: Την ηρωίδα του, την Αντιγόνη.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Λ.Μ.: Και πάλι η ηρωίδα μου.

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Λ.Μ.: Πολλές ψυχολογικές και συναισθηματικές αναζητήσεις.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Λ.Μ.: Έχω πολλές, δεν μπορώ να προσδιορίσω την μεγαλύτερη!

Φοβάστε...
Λ.Μ.: Τον πόνο.

Αγαπάτε...
Λ.Μ.: Τη ζωή.

Ελπίζετε...
Λ.Μ.: Σε έναν τελευταίο έρωτα.

Θέλετε...
Λ.Μ.: Τη σωτηρία της ψυχής μου.

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Λ.Μ.: Κυρίως οι γυναίκες.

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Λ.Μ.: Για να ξεκλειδώσουμε κρυφά συρτάρια της ύπαρξης μας.

Γιατί δεν πρέπει;
Λ.Μ.: Τα πρέπει είναι οι αλυσίδες μας!

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Λ.Μ.: Σε πολλά βιβλιοπωλεία και στον εκδοτικό οίκο άνεμος.

Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Λ.Μ.: Στην πόλη, στο Βόλο.

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Λ.Μ.: Το κόκκινο.

Ποια μουσική;
Λ.Μ.: Κάποιο γαλλικό κομμάτι του Joe Dassin.

Ποιο άρωμα;
Λ.Μ.: To άρωμα του κρίνου.

Ποιο συναίσθημα;
Λ.Μ.: Του ανεκπλήρωτου.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Λ.Μ.: Ένα τσουνάμι.

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Λ.Μ.: Επειδή ζωγραφίζω, θα έλεγα μια καλή ζωγράφος.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Λ.Μ.: IRVIN D. YALOM.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Λ.Μ.: Ο Γιούρι Μπόνταρεφ και το μυθιστόρημά του «Η όχθη».

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Λ.Μ.: Εγώ και μόνο εγώ.

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Λ.Μ.: Κυρίως το πρώτο.

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Λ.Μ.: Αυτό που αντιλαμβάνεται τελικά ο αναγνώστης.

Τι την αποτυχία;
Λ.Μ.: Η αποτυχία του συγγραφέα να κοινωνήσει αυτό που θέλει.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Λ.Μ.: Ποτέ!

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Λ.Μ.: Τον ίδιο με το βιβλίο μου, «ξένη μέσα στη ζωή μου».
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Στο οπισθόφυλλο λέει:
Η Αντιγόνη άκουσε το νησί από κάτω να ανασαίνει βαθιά, μια διάχυτη ηρεμία απλωνόταν παντού. Θυμήθηκε την ιστορία που της είχε διηγηθεί κάποτε μια ηλικιωμένη Σαντορινιά.
«Το νησί έχει καρδιά κόρη μου, που χτυπά δυνατά και τραντάζει τη θάλασσα και τη στεριά. Αν αφήσεις την καρδιά σου να συντονιστεί μαζί της το νησί θα σε κάνει δικιά του».
Ο Δημήτρης είναι διάσημος αστροφυσικός, αφοσιωμένος στην επιστήμη του χωρίς καθόλου προσωπική ζωή. Ο Γιάννης ένας μπον βιβέρ, δραστήριος, ευκατάστατος, ξοδεύει την ζωή του στις απολαύσεις. Η Αντιγόνη σαν άλλη Ανδρομέδα αναζητά τον Περσέα της να την λυτρώσει από τους δράκους του μυαλού της.
Τρεις διαφορετικοί άνθρωποι. Φανερές και κρυφές αναπηρίες, κρυμμένα μυστικά, έντονα συναισθήματα, ελλείψεις και εμμονές, πάθη που συναντιούνται και συγκρούονται σε ένα ερωτικό τρίγωνο με απρόβλεπτες εξελίξεις. Ερωτήματα που για να απαντηθούν χρειάζεται κάποιοι να αποκαλύψουν την αλήθεια. Θα τολμήσουν;
Το μυθιστόρημα της Λεμονιάς Μουλά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος
Δείτε το!
Διαβάστε μερικές σελίδες

Η Λεμονιά Μουλά γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της Βόρειας Εύβοιας. Σε μικρή ηλικία ήρθε στον Βόλο, όπου δραστηριοποιήθηκε στον χώρο των επιχειρήσεων.
Η μεγάλη της αγάπη για τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία την οδήγησε στο εργαστήρι δημιουργικής γραφής του κ. Λεϊμονή.
Έχει λάβει μέρος σε δύο συλλογικές δουλειές: «Χαϊκού και άλλα…», Ήρα εκδοτική 2014 και «Ιστορίες για τρεις», Ήρα εκδοτική 2015.
Επίσης συμμετείχε σε πολιτιστικές εκδηλώσεις με δικά της κείμενα. Τον Δεκέμβριο του 2015 εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Ερωτικά στιγμιότυπα». Αυτό είναι το πρώτο της μυθιστόρημα.

Ατάξιδο

Γράφει η Καλλιόπη Δημητροπούλου

Στα χέρια σου λυγμός κατοικώ

της αυγής μια θαλπωρή αχτίδα

στέκει μετέωρη στου αποχωρισμού το δάκρυ.

Στο βλέμμα σου ψηλώνει το αγνάντεμα

στου καραβιού το πελαγίσιο ανάστημα.

Φεύγεις στ΄απομεσήμερο χάδι.

Φεύγεις με το σακάκι στον ώμο

να μετρά κάβους στους όρκους μας.

Σου κουνώ το μαντήλι

λευκό με λεβάντα του Απρίλη.

Ποιος μας έκρυψε την άνοιξη;

Ποιος λαβώνει το πελαγίσιο αγέρι;

O ιδρώτας αρμύρα μετρά

και γράφει ποιήματα.

Ματώνουν τα σκαριά της υπομονής

μπλε γαρνιτούρες

στο άθρησκο λιμάνι.

Mατώνεις.

Ποιος θεός σου κούρσεψε τη λύπη;

Ποια θάλασσα σου χάραξε το εύξεινο μίλι;


Copyright © Καλλιόπη Δημητροπούλου All rights reserved, 23/6/2016
Η συνοδευτική φωτογραφία είναι επιλογή της ίδιας.
"La promesse", de René Magritte

Περισσότερα από την Καλλιόπη Δημητροπούλου:
«Ποίημα είναι...», Καλλιόπη Δημητροπούλου
Τα φεγγάρια της σιωπής
Ο χρόνος
Το ωραιότερο ποίημα

Ποτέ δεν φτάνει το αρκετό

Είναι ο τίτλος του μυθιστορήματος της Λαμπρίνας Μαραγκού που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άνεμος. Ένα πρωτοπρόσωπο βιβλίο αφού βάζει και τους δύο βασικούς ήρωες να μιλήσουν αυτόβουλα στον αναγνώστη "κοιτώντας" τον κατάματα. Σαν να του εξομολογούνται την ιστορία τους ή όπως θα έγραφαν στο προσωπικό τους ημερολόγιο, εκείνο που μένει αθέατο από φίλους και οικογένεια, σαν να καταθέτουν το βίωμά τους σε έναν αόρατο "ανακριτή".
Παρακολουθούμε την ιστορία τους, για έναν μεγάλο έρωτα, από εκείνους που σε κυριεύουν ολοκληρωτικά και απόλυτα, μέσα από διηγήσεις πολύ καλής λογοτεχνίας. Η συγγραφέας γεμίζει σελίδες ολόκληρες για να μεταφέρει πλήρως το συναίσθημα, ή μια στιγμή, και το κάνει μαγικά. Κάθε εικόνα χρωματίζεται αριστοτεχνικά με πανέμορφες περιγραφές γεμάτες από καλολογικά στοιχεία και ονειρικές ανταύγειες. Σιγά σιγά ενώνονται τα κομμάτια για να εμφανισθεί ολόκληρη, χωρίς βιασύνη, ρίχνοντας το βάρος στη συναισθηματική φόρτιση των χαρακτήρων παρά στην αφήγηση της ιστορίας τους. Διάφορες καταστάσεις διαφαίνονται με κυρίαρχες την αναπόληση, τον απολογισμό, τον επαναπροσδιορισμό, τον αισθησιασμό και ερωτισμό, τον έρωτα, το πάθος, τον πόθο... όμως τα πάντα αφορούν αυτούς τους δύο ανθρώπους και τον έρωτά τους· οτιδήποτε ή οποιοσδήποτε άλλος χαρακτήρας λειτουργεί ως κομπάρσος στο πλάνο. Η συγγραφέας, δικαίως, δεν άφησε χώρο ή χρόνο σε κάτι άλλο πέρα των δύο.
Στην υπόθεση... εκείνη είναι καλλιτέχνις, ζωγράφος. Εκείνος επιστήμονας, ιατρός αλλά στην ουσία ποιητής. Εκείνος εμφανίζεται περισσότερο εγκρατής, λογικός με την έννοια που δίνουν οι κοινωνικές δομές στην λογική και συντηρητικός ενώ εκείνη βουτάει στον έρωτα και ακολουθεί ό,τι προστάξει η καρδιά της. Κι όσο εκείνος βάλλεται από ενοχές ακόμη και για τις σκέψεις του, εκείνη ζει και αναπνέει για τον έρωτά τους. Μια γυναίκα εμφανίζεται σαν άγγελος σταλμένος από ουράνιο Θεό για να τους ενώσει -πάλι- και μετά χάνεται λες και ολοκλήρωσε την αποστολή της. Εκείνο που μένει; Μια ηρωίδα που -όπως και ο έρωτας- αρνήθηκε να συμβιβαστεί με τις ενδιάμεσες αποχρώσεις. Ή άσπρο ή μαύρο. Τα πάντα ή τίποτα, γιατί το κάμποσο, το λίγο και όλες οι άλλες ποσότητες δεν της κάνουν. Αλλά με την απέραντη σοφία ότι από τον έρωτα κερδίζεις ζωή.

Ιδιαίτερη η αίσθηση να διαβάζεις ένα βιβλίο του δευτέρου μισού της δεύτερης δεκαετίας του εικοστού πρώτου αιώνα και να είναι σα να διαβάζεις έκδοση της δεκαετίας του 1980! Ίσως επειδή η λογοτεχνία -η τέχνη του λόγου- άλλαξε μέσα στις δεκαετίες που πέρασαν, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, σα να αναπροσαρμόστηκε σε νέες φόρμες, δομές και σχήματα... αποκτώντας αλλιώτικα χαρακτηριστικά, κι έτσι κάθε ανάγνωσμα που υπάγεται σε παλαιότερες νόρμες διαφοροποιείται μοιραία. Κι αν το κοινό του δεν έχει γονιμοποιηθεί από την κραταιά αγάπη της Μάρως ή αν δεν γνώρισε το χρυσάφι των κορμιών της Λιλής ή δε μπολιάστηκε με τις νύχτες της Raphaele, σίγουρα θα αισθανθεί τον διαφορετικό αέρα της εμπειρίας. Κι αν έχει ταξιδέψει με τέτοια βιβλία πολυτονικής γραφής θα βιώσει (και) την επιστροφή σε αξέχαστες μνήμες εκείνων των καιρών.[1]
Κλικ για περισσότερα της Τζένης
Το μυθιστόρημα της Λαμπρίνας Α. Μαραγκού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος.
Ευχαριστώ τον Νικόλα Τελλίδη και την Άνεμος εκδοτική για την προσφορά του βιβλίου.
Δείτε το!
Διαβάστε τις πρώτες σελίδες!

Κερδίστε το!
Οι εκδόσεις Άνεμος προσφέρουν το μυθιστόρημα της Λαμπρίνας Μαραγκού σε έναν τυχερό αναγνώστη. Για να συμμετέχετε στην κλήρωση αλλά και για να στείλετε το μήνυμά σας στην ίδια κλικάρετε το παρακάτω k και συμπληρώστε τη φόρμα. Παρακαλώ, σημειώστε τα ακόλουθα:
Διαβάστε τους όρους και άλλες σχετικές πληροφορίες για τις κληρώσεις, τα δώρα και τους τυχερούς εδώ. Η κλήρωση έχει προγραμματιστεί για τις 19 Αυγούστου 2016 και το βιβλίο θα αποσταλεί ταχυδρομικά.
k
Καλή τύχη!

Σαίξπηρ Express

Συνεχίζοντας την παράδοση της ετήσιας θεατρικής τους παράστασης, η ομάδα +αίσθημα και ο Στέλιος Καλαθάς σας καλούν και φέτος στο θέατρο Άλμα. Και καθώς κάθε χρόνο επικεντρώνουν την μελέτη τους πάνω σε ένα θέμα ή πρόσωπο, έτσι και φέτος δούλεψαν πάνω στα έργα και στα σονέτα του Σαίξπηρ, αναβίωσαν την ατμόσφαιρα της εποχής, βίωσαν τα συναισθήματα και γνώρισαν τους ήρωές του. Κι όταν ο άνθρωπος στρέφεται προς τους σπουδαίους συγγραφείς μόνο κερδισμένος μπορεί να είναι. Εξάλλου, βασικό ζητούμενο των ομάδων της Συναισθηματικής Διαλεκτικής είναι να προχωρούν ως άνθρωποι τα μέλη της και πώς αλλιώς αν όχι μέσα από την Τέχνη.[1]
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία/διασκευή: Στέλιος Καλαθάς
Τραγούδι: Μαυρίκιος Μαυρικίου
Σκηνικά: Μιχάλης Σδούγκος
Κοστούμια: Πι Κάππα
Φωτισμοί: Camera in Action
Χορογραφία: Ναλίνη Μαρία Σπαθαράκη
Μουσική Επιμέλεια: Σωτήρης Καναρέλης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Σοφία Ρίζου
Φωτογραφία: Κατερίνα Μαγουνάκη
Δημιουργικό Αφίσας: Εύα Δερέογλου

Που και πότε:
Θέατρο Άλμα,
Ακομινάτου 15, Αθήνα
Τηλέφωνο κρατήσεων: 6946105520
Γενική είσοδος: 6 ευρώ
Στις 1, 2 & 3 Ιουλίου 2016 και ώρα 21:00

Η ομάδα αφιερώνει την παράσταση στον Ερρίκο Μπελιέ, τον φίλο, δάσκαλο και μεταφραστή των έργων του Σαίξπηρ που μας τίμησε με τις γνώσεις του κι έφυγε τόσο ξαφνικά.

Ο Σπύρος Γρατσίας Δίχως ρίζες

Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Σ.Γ.: Η αναζήτηση λύσης στα οικονομικά και κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα που απασχολούν την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης αυτής προέκυψαν κάποιες σκέψεις οι οποίες κατατέθηκαν υπό τη μορφή σκίτσου και κειμένου.

Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Σ.Γ.: Αναζήτηση.

Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Σ.Γ.: Θα τον συμβούλευα να το αντιμετωπίσει ως μια αναζήτηση η οποία μπορεί να τον οδηγήσει σε διαφορετικά μονοπάτια ανάλογα με τον τρόπο αντιμετώπισης του κόσμου των Ριζών. Να αισθανθεί ότι είναι ένας εξερευνητής εμπειριών ο οποίος μπορεί να νιώσει διαφορετικές αισθήσεις και σε διαφορετικές εντάσεις μέσα από τις ξεχωριστές εικόνες που περιγράφονται στις Ρίζες.

Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Σ.Γ.: Θα ταξιδεύαμε στο Νησί του Πάσχα (Isla de Pascua) στον Ειρηνικό ωκεανό και το ταξίδι θα διαρκούσε 20 μέρες όσες είναι και οι ιστορίες των Ριζών.

Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο
Σ.Γ.: «Από εδώ, προσέξτε τα βήματά σας, οι μαρμάρινες πλάκες είναι πολύ ολισθηρές».

Το βιβλίο Rootless Roots/Δίχως Ρίζες είναι δίγλωσσο και συνδυάζει συγγραφή και σχέδιο, τις δύο αγάπες του Σπύρου Γρατσία. Οι 20 ιστορίες του συνδυάζονται με αντίστοιχα σκίτσα από μελάνι -δημιουργίες του ίδιου- μέσω των οποίων καλούμαστε να φανταστούμε τον κόσμο μας ενώ διαμέσου των λέξεων μπορούμε να μιλήσουμε για τον εαυτό μας. Προκύπτει ένας διάλογος αντιθέσεων: η αδερφοσύνη και η εχθρότητα, η κατανόηση και η παραφροσύνη, η αγάπη και το μίσος, κ.ο.κ.
Κάθε αντίτυπο φέρει μοναδικό αριθμό και υπογραφή του Σπύρου Γρατσία.
Από τις Εκδόσεις Global Fleur De Lis
Στην υπόθεση... 13 κυκλαδίτικα ειδώλια, μάρτυρες των ανθρώπινων επιτευγμάτων, όπως και των αμαρτιών, δεν έχουν πρόσωπο καθώς οι δημιουργοί τους φοβήθηκαν τη δύναμη που θα αποκτούσαν τα μάτια και το στόμα τους και επιδίωξαν την αιώνια σιωπή τους. Ο συγγραφέας τούς δίνει φωνή βάζοντάς τα να διηγούνται επιτεύγματα, πάθη, σταθερές... Οι εξιστορήσεις καλύπτουν όλο το χρόνο από την προϊστορία ως το μέλλον χαρακτηρίζοντας το σύνολο τόσο απολογητικό όσο και προφητικό. Και οπωσδήποτε επίκαιρο. Θίγονται πολλά καίρια ζητήματα όπως το δικαίωμα στην ελευθερία, η ισότητα, η δημοκρατία, η μετανάστευση, η βία, η αλληλεγγύη, ο έρωτας κ.λ.π. ενώ γεννά προβληματισμό, δράση και ευαισθητοποίηση.
Ο Σπύρος Γρατσίας γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μόντρεαλ του Καναδά από Έλληνες γονείς όπου και σπούδασε Μηχανολόγος Μηχανικός. Έχοντας κάνει μια μακρά καριέρα στην αεροναυπηγική αποφάσισε να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, την Ελλάδα, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα σε βιομηχανία καταναλωτικών προϊόντων. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με τη ζωγραφική και τη μελέτη της ιστορίας. Το Δίχως Ρίζες είναι το δεύτερο βιβλίο του, μετά το πρώτο συγγραφικό έργο του, Σκιές Αίματος.

Επίσης:

Κατερίνα Βασιλάκου

Η Κατερίνα Βασιλάκου γεννήθηκε στην Αιδηψό και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από όπου αποφοίτησε το 1963. Μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές της και έως το 1965 εργάστηκε για λογαριασμό του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.

Το γκρίζο παλτό

Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου πολύ αργά εκείνο το πρωινό, δέσμια ακόμη ενός ονείρου που δεν έλεγε να μ’ αφήσει να ξυπνήσω ολότελα.
Έβλεπα έκπληκτη τη γνωστή εικόνα του δωματίου μου και παράλληλα ήμουν στον παράξενο τόπο και χρόνο του ονείρου που προανέφερα.
Μούσκεμα στο ιδρώτα με τη πιτζάμα να κολλάει στο κορμί μου, έκανα να σηκωθώ από το κρεβάτι αλλά θαρρείς και τα πόδια μου δεν με υπάκουαν. Τα δευτερόλεπτα κυλούσαν γρήγορα κατά τη συνήθειά τους και τα σύννεφα τ’ ονείρου ήταν ακόμη τόσο απίστευτα ζωντανά που δεν το άφηναν να διαλυθεί μαζί τους.
Σαν σε πίνακα του Μονέ βρισκόμουν λέει σ' ένα Φθινοπωριάτικο τοπίο με τα πολλά δέντρα πρόωρα γυμνά από τη φυλλωσιά τους και μια μικρή λίμνη με ασάλευτα νερά σκεπασμένη με νούφαρα μισομαραμένα. Πιο γκρίζο τοπίο δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί στη ζωή μου είτε κοιμισμένη είτε ξυπνητή.
Στη μία όχθη της λίμνης στεκόταν μία σκιά που δεν αναγνώριζα αν ήταν άντρα ή γυναίκας. Φορούσε ένα παλτό κατάγκριζο μακρύ που έφτανε σχεδόν μέχρι κάτω.
Λίγο λίγο η σκιά άρχισε να γίνεται πιο συγκεκριμένη και όλο και λιγότερο σκοτεινή και πια μπορούσα να διακρίνω ότι επρόκειτο για μία αντρική φιγούρα που στεκόταν εκεί σε μια στάση ανείπωτης απελπισίας, όταν ξάφνου ακούω να μου λέει: "Μην τρομάζεις αγάπη μου εγώ είμαι. Ήρθα για λίγο, για πολύ λίγο να σου πω ΑΝΤΙΟ και πια δεν θα ξανά ακούσεις για μένα τίποτα μα ούτε και για τη δόλια την Αγάπη μου που ένας Θεός μόνον ξέρει πόσο μεγάλη ήταν" και λέγοντας αυτά μόνον τα λόγια έσβησε αφήνοντας το τοπίο ακόμα πιο γκρίζο και ζοφερό.

Ούτε η μάνα μου

Αληθινή ιστορία. Εντελώς! Αληθινοί άνθρωποι, αληθινά ονόματα, αληθινές πόλεις... Κι όμως, τόσο μυθιστορηματική η αφήγηση που με προτρέπει να σκεφθώ έναν διαφορετικό τρόπο χαρακτηρισμού του... ή να εφεύρω στην ανάγκη κανέναν; Ας πούμε μυθιστορηματική αφήγηση πραγματικής ιστορίας αλλά εκείνο το μυθιστορηματική κρύβει εμφανώς τον μύθο δημιουργώντας την ψευδαίσθηση του ψεύτικου, του αμφίβολου. Ίσως τότε κάτι σαν αφηγηματικό ντοκουμέντο αλλά φοβάμαι ότι μια τέτοια περιγραφή αντανακλά μια ακαδημαϊκή, στείρα απόχρωση στην ιστόρηση και δεν είναι καθόλου έτσι. Αν λέγαμε ιστορική λογοτεχνία μήπως κουμπώνει καλύτερα χωρίς να εξαπατά τον αναγνώστη; Χμμ.
Δύσκολο είδος όμως!

Ελεύθερη πολιτεία

Γράφει ο Χριστόφορος Τριάντης

Τα πουλιά πλησιάζουν το φως.

Άγιες νύχτες έφεραν οι ποιητές

στην πολιτεία.

Οι άνθρωποι άρχισαν να διαβάζουνε ξανά

βιβλία και καρδιές.

Και στις πλατείες η θλίψη

άφησε τις γειτονιές

και κρύφτηκε στων βαρβάρων τις ερήμους.

Ω, ελεύθερη πολιτεία, των ποιητών πατρίδα! 

Οι γυναίκες στα χωράφια

γεννούν φωτιές κι επαναστάτες.

Κι οι γέροι στ’ ασπρισμένα σπίτια

μελαγχολούν ευτυχισμένοι.

Οι εραστές βόλτες κάνουν στα σύννεφα,

μαζί με τα χελιδόνια.

Ω, ελεύθερη πολιτεία

δεν έχεις ανάγκη φυλακές και κάστρα,

όσο γεννάς εραστές

κι επαναστάτες…


Copyright © Χριστόφορος Τριάντης All rights reserved, 2016
Το συνοδευτικό κολάζ δημιουργήθηκε με λεπτομέρειες πίνακα του Βινσέν Νικολά Ραβερά που αναπαριστά το θάνατο νεαρού διακόνου από τη Μεσσηνία (1824)

Περισσότερα του ίδιου:
Εξορία στην πολιτεία του τίποτα
Το χρώμα της θάλασσας
Το ποτάμι της ζωής

Ο Λουκάς Κονανδρέας για το βιβλίο του, Καλύτερα σκοτωμένη παρά χωρισμένη

Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Λ.Κ.: Ήξερα ότι είναι μια πολύ καλή ιστορία. Και ήταν κάτι που αισθανόμουν ότι το όφειλα στην Παναγιώτα, τη δολοφονημένη ξαδέρφη του πατέρα μου, αλλά και στον ίδιο που έκανε απίστευτες θυσίες μέχρι να αποδοθεί, τελικά, δικαιοσύνη. Όλους τους φόβους και τους δισταγμούς μου, τους διέλυσε η γυναίκα μου. Αυτή με ώθησε να ξεκινήσω το βιβλίο.

Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Λ.Κ.: Συγκλονιστικό!

Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει; 
Λ.Κ.: Θα τον συμβούλευα να μην βιαστεί. Αργά ή γρήγορα θα μάθει τι έγινε! Θα του έλεγα να επιχειρήσει να φέρει τον εαυτό του στη θέση των ανθρώπων της ιστορίας. Να ταξιδέψει στην εποχή τους και να εστιάσει στις στιγμές εκείνες που οι περιστάσεις τους πίεζαν να πάρουν αποφάσεις που αφορούσαν όχι μόνο τη δική τους ζωή αλλά και των άλλων. Νομίζω ότι ο αναγνώστης μπορεί να διδαχθεί πολλά από κάποιους ανθρώπους της ιστορίας. Παρότι οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απλοί, ακόμη και αγράμματοι.

Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Λ.Κ.: Θα πηγαίναμε στην Τροία. Έπειτα, με καράβι στο οποίο θα επέβαιναν και πρόσφυγες θα περνούσαμε στην Ανατολική Εύβοια. Από εκεί στη Χαλκίδα. Πρώτα στο Δικαστήριο και μετά θα ρίχναμε ένα λουλούδι στα νερά της παλίρροιας. Θα ερχόμασταν Αθήνα, όπου θα ανάβαμε κερί στον τάφο του Δημοσθένη Δαπόντε (ξέρω που είναι) και θα πηγαίναμε ένα λουλούδι στο γραφείο του Εισαγγελέα Εφετών. Μετά θα πηγαίναμε στην Πάτρα από όπου θα αγοράζαμε ένα γυάλινο ποτήρι. Θα περνούσαμε τον Κορινθιακό με καράβι. Θα περπατούσαμε μετά για δέκα ώρες προκειμένου να φτάσουμε στο Κουπάκι, όπως έκανε η Παναγιώτα, επιχειρώντας να κάνουμε τα ίδια όνειρα που έκανε και εκείνη για το μέλλον. Την επόμενη νύχτα στο Κουπάκι θα κάναμε με τα πόδια την ίδια διαδρομή που έκανε και η Παναγιώτα: από το σπίτι που γινόταν το δείπνο μέχρι το σημείο όπου τουφεκίστηκε. Την τελευταία μέρα, εκεί γύρω στο ηλιοβασίλεμα, θα πηγαίναμε στο νεκροταφείο του χωριού, όπου θα διαβάζαμε το εξής (παραπομπή από το βιβλίο μου):
Στο Κουπάκι, το σούρουπο μιας ζεστής βραδιάς, αποφάσισα να ανάψω κεριά στους τά­φους δικών μου στο νεκροταφείο του Αγίου Αντωνίου. Οι κερασιές, τα φρούτα των οποί­ων είχα φάει κάποτε για να τα αδειάσω λίγο αργότερα σε μια στιγμή φόβου και ναυτίας, είχαν χαθεί προ πολλού. Μόνο μια μεγαλοπρεπής σειρά από αγέρωχα κυπαρίσσια τρι­γύρω από την πέτρινη μάντρα του νεκροταφείου και το γραφικό παρεκκλήσι, παρέμεναν για να απαλύνουν την αγριάδα των μαρμάρινων ταφόπετρων και των σταυρών.
Μπορούσα να ξεχωρίσω τις μακρινές φωνές παιδιών που έπαιζαν ποδόσφαιρο στο χωριό. Το γέλιο τους διακοπτόταν πού και πού από το τριζοβόλημα των κεριών που μόλις είχα ανάψει και το βιαστικό σούρσιμο κάποιας σαύρας μέσα στα ξερόχορτα. Στα ανατολικά υψωνόταν ο λόφος του Αγίου Νικολάου, ενώ στα βόρεια διακρίνονταν, ανά­μεσα στα δέντρα, τα κόκκινα κεραμίδια από τις στέγες του χωριού.
Στην πρώτη πεζούλα μπροστά μου βρισκόταν ο τάφος του πατέρα μου. Το κερί που είχα ανάψει έκαιγε, φωτίζοντας αμυδρά τα μαύρα γράμματα στο άσπρο μάρμαρο: «Θα­νάσης Κονανδρέας 1907-1986». Δεξιά μου, ένας άλλος τάφος, με το κερί που είχα ανά­ψει πριν λίγο, αποτελούσε την τελευταία κατοικία της θείας μου εδώ και μισό αιώνα: «Παναγιώτα Σουλιά – 38 ετών. Απεβίωσε στις 6 Σεπτεμβρίου 1953». Αριστερά μου βρι­σκόταν ο τάφος του Γιώργου Νίτσου χωρίς κεριά.
Περπάτησα και προς τις δυο κατευθύνσεις από τον τάφο του πατέρα μου και μέτρη­σα εννιά βήματα ανάμεσα στον τάφο του και στους τάφους των άλλων δυο, της Πανα­γιώτας από τη μια πλευρά και του Γιώργου από την άλλη.
Παρά το γεγονός ότι η συμμετρία αυτή ήταν σύμπτωση, με έβαλε σε σκέψεις. Τι κάνει ο πατέρας μου ανάμεσά τους; αναρωτήθηκα. Προστατεύει μήπως την Παναγιώτα ή τους κρατάει χώρια, κάτι που δεν έκανε το 1935;
Αν είχε κάνει το τελευταίο, η Παναγιώτα θα είχε την ευκαιρία να παντρευτεί έναν άντρα που της άξιζε. Η εργατικότητά της, η εξυπνάδα της και η αφοσίωσή της θα είχαν την ευκαιρία να ανθίσουν στο εύφορο, βαθύ χώμα του μικρού χωριού μας.
Το ταξίδι θα κρατούσε 10 ημέρες.

Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο:
Λ.Κ.: Θα έκαναν σήμερα, η Παναγιώτα και ο πατέρας μου, ό,τι έκαναν το 1935; αναρω­τιόμουν ξανά.
Κατέληξα ότι οι δυο τους ήταν η μοντέρνα ενσάρκωση των αρχαίων πανέξυπνων και άκαμπτων προγόνων τους. Όπως οι ήρωες στις τραγωδίες της αρχαίας Ελλάδας, ήταν έτοιμοι να αγωνιστούν για την τιμή τους, ανεξάρτητα από το τι θα σκεφτόταν γι’ αυτούς ο υπόλοιπος κόσμος. Τα παιδιά μου εδραίωσαν τις σκέψεις μου αυτές, όταν μου θύμισαν, ότι όταν έκλε­ψαν την Ελένη στην Τροία, οι δικοί της δεν δίστασαν να θυσιάσουν τα υπάρχοντά τους και τη σωματική τους ακεραιότητα. Για την τιμή τους ξεκίνησαν με χίλια πλοία και πολέ­μησαν δέκα χρόνια.

Το βιβλίο του Λουκά Κονανδρέα αφορά μια αληθινή ιστορία που συνέβη πριν από 63 χρόνια. Ο διαπρεπής γιατρός είναι γιος του ξαδέρφου της Παναγιώτας, της γυναίκας που προτίμησε να πεθάνει από το να χωρίσει τον σύζυγό της.

Παραμυθένιες σκέψεις πάνω στο βιβλίο Γλυκά χαράζουν οι άγριες νύχτες της Φωτεινής Ναούμ

Οι δυο μας φιλενάδες πίνουν το καφεδάκι τους το πρωινό, κάτω από την Φασολιά του Τζακ… Έχει αυτήν την ώρα παχύ παχύ ίσκιο σε αυτό το σημείο… Η Μένη (Ωραία Κοιμωμένη) πλησιάζει και χασμουριέται όπως πάντα καθώς χύνεται στον ξύλινο καναπέ της αυλής…
-Καλώς την νυσταλέα φιλενάδα μας… Πως από δω τέτοια ώρα;
-Άααααααα… είδα κάτι πολύ παράξενο από το μπαλκόνι μου πέρα στο λόφο κι έτρεξα να σας το προλάβω γιατί νομίζω πως από δω θα περάσουν…
-Ποιοι θα περάσουν και γιατί να χρήζει προειδοποίησης, Μένη μου;
-Αχ, Φίτσα μου κοκκινωπή… αν σου πω πως είδα την Στάχτο με την μητριά της αλά μπρατσέτα, τι θα πεις;;;
-Την Σταχτοπούτα; Με την Κακιά Μητριά της; Αποκλείεται! Δε θα είδες καλά…
-Μια χαρά είδα Ζαχαρίτσα μου και μια χαρά κρυφάκουσα.. χιχιχιι… η γριά μάγισσα έριξε κατά λάθος τα μαγικά αυτιά χθες στο κρεβάτι μου και τα χρησιμοποίησα σήμερα μια χαρά… άκουγα τα πάντα! Μιλάγανε για ένα βιβλίο! Ένα βιβλίο που τις αναστάτωσε. Μιλά για μια κοπέλα που ζει μια αλλόκοτη ζωή… και φυσικά στις σελίδες του σιγά σιγά καταλαβαίνουμε το γιατί.
-Θυμάσαι δηλαδή τα πάντα; Αυτά που άκουσες; Θα με φάει η περιέργεια…
-Ελάτε κοντά και θα ακούσετε τα πάντα! Τα μαγικά αυτιά καταγράφουν πάντα την τελευταία συνομιλία! Βέβαια δεν τους έπιασα από την αρχή αλλά βγάζεις μια χαρά νόημα.

Εγγλέζικο γκαζόν

Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
Αυτό πια δεν θα το ‘λεγες ταξίδι. Πώς λέμε "Παγκράτι-Κυψέλη;" ε, ένα τέτοιο πράγμα είχε καταντήσει η απόδρασή μου προς την Γηραιά Αλβιόνα. Αιτία η νεογέννητη πρωτοεγγονή μου. Και βέβαια δεν ήταν μία και μόνη η αφορμή. Πότε φορτωνόμουν το μισό χασάπικο της γειτονιάς μου στριμωγμένο σε μια τεράστια χειραποσκευή για να μη περάσει από checking και το εκλεκτό κρέας γίνει βορά των εν τω αεροδρομίω παρεπιδημούντων μαντρόσκυλων. (Γιατί κουβαλούσα τόσο κρεατικό;;; Μα είναι ερώτηση αυτή; Με τις θεότρελες τις αγελάδες που οι Εγγλέζοι τάιζαν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους θα τάιζα το εγγόνι μου κι ΕΓΩ;) Πότε η ανά 15ήμερο-γκαραντί-"γριπούλα" του παιδιού που την τσίμπαγε από τον βρεφοκομικό σταθμό. "Κρυολόγημα" αποφαινόταν ο medical doctor, τι λες γιατρέ μου που να βράσω τα ονομαστά σας πτυχία; Δεν βλέπεις ότι με βάρδιες αρρωσταίνουν τα πιτσιρίκια; "Κρυολογούν" ας πούμε ένα δυο ΣΤΟ ΜΩΡΟΣΧΟΛΙΌ, πάρτην κάτω τη μισή περίπου πιτσιρικαρία. ΤΗΝ ΕΠΌΜΕΝΗ ΕΒΔΟΜΆΔΑ Ο ΚΛΗΡΟΣ ΠΈΦΤΕΙ ΣΤΗΝ ΆΛΛΗ ΜΙΣΗ ΕΝΩ η ΠΡΟΗΓΟΎΜΕΝΗ ΑΝΑΡΡΏΝΕΙ. Αυτό δεν το σπουδαιολογείς, δεν σε προβληματίζει; Δεν το διάβασες πουθενά σε κανένα σύγγραμμα από τα σπουδαία σου των πανεπιστημίων σας που συντηρούνται με τα δίδακτρα ως επί το πλείστον των Ελλήνων φοιτητών;
Μια μέρα, ε πια δεν άντεξα και του είπα με το θάρρος της γνωριμίας που είχαμε αναπτύξει λόγω των πολλών επισκέψεών του στο σπίτι μας:
«Γιατρέ να σου αποδείξω ότι γνωρίζω τόσο το απόλυτο φάρμακο μα και την απόλυτη θεραπεία τούτης της παράξενης γρίπης;»
«Οh yes. Please do.»

Η Σούλα Παπαλάμπρου για Ολόκληρα ψέματα, μισές αλήθειες

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Σ.Π.: Η ιδέα... Λοιπόν, το βιβλίο γράφτηκε όπως έχω πει πολλές φορές για «ένα ζευγάρι μάτια». Ένας άνθρωπος και συγκεκριμένα η αδερφή μου, έπρεπε να μάθει την ιστορία της μητέρας μας, το πώς γεννηθήκαμε, κάτω από ποιες συνθήκες δωθήκαμε για υιοθεσία, πώς μεγαλώσαμε, πώς ξεκίνησε η αναζήτηση των ριζών μας και πώς φτάσαμε μέχρι εκείνη αλλά χωρίς να μπορούμε να την αγγίξουμε.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Σ.Π.: Το ξεκίνησα σχεδόν μεσάνυχτα, στο μπαλκόνι του σπιτιού μου, σε ένα τετράδιο της κόρης μου που είχε για το φροντιστήριο. Το σχολείο είχε τελειώσει, δεν θα το χρειαζόταν άλλο, το τετράδιο είχε πολλές κενές σελίδες, και εγώ στενοχωρημένη ψάχνοντας τρόπο να έρθω σε επαφή με την αδερφή μου το πήρα στα χέρια μου και άρχισα να γράφω με ένα στυλό που ήταν κρυμμένο μέσα στις σελίδες του. Έγραφα μέρα νύχτα. Στο κρεβάτι, στο μπαλκόνι, στην παραλία τις ημέρες των διακοπών, όπου μπορούσα, έγραφα ασταμάτητα.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Σ.Π.: Όχι πολύ, σε τέσσερις μήνες το είχα τελειώσει. Την ιστορία την ήξερα. Ήξερα την αρχή, τη μέσα, αλλά ήξερα πως δεν θα είχε τέλος. Φυσικά το άφησα στην άκρη. Το ξαναέπιασα στα χέρια μου ένα χρόνο μετά. Το διάβαζα, πρόσθετα πράγματα, αφαιρούσα. Και πάλι το έβαζα στην άκρη...

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Σ.Π.: Κατάθεση ψυχής.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Σ.Π.: Ξεκινάει με ένα όνειρο-εφιάλτη. Ένα όνειρο που η Μαρίνα βλέπει πολύ συχνά από τότε που έμαθε ότι είναι υιοθετημένη. Στην πορεία γνωρίζουμε την Ελπίδα (την μητέρα της Μαρίνας), την οικογένειά της, το πώς μεγάλωσε και το πώς γνώρισε τον Άρη. Η σχέση της με τον Άρη είχε ως αποτέλεσμα την γέννηση τριών κοριτσιών, το οποία όμως δώθηκαν και τα τρία για υιοθεσία. Μαθαίνουμε πως μεγάλωσαν τα δύο από τα τρία παιδιά και πως κάποια στιγμή γνωρίζονται μεταξύ τους. Κοινός τους στόχος είναι να βρουν και το τρίτο κορίτσι αλλά δεν ξέρουν με ποιο τρόπο να το κάνουν. Η Μαρίνα, το ένα από τα δύο κορίτσια, αποφασίζει να γράψει την ιστορία σε χαρτί, με την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα φτάσει στα χέρια της άγνωστης αδερφής και θα την διαβάσει μαθαίνοντας όλη την αλήθεια.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Σ.Π.: Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι. Όλα τα γεγονότα έγιναν όπως έγιναν γιατί έτσι έπρεπε να γίνουν. Το κάθε τι το αγάπησα. Ακόμη και τον Άρη τον αγάπησα, τον συμπόνεσα, γιατί δεν ήξερε να δίνει αγάπη. Και όταν δεν δίνεις αγάπη δεν μπορείς και να δεχτείς όταν σου την προσφέρουν.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Σ.Π.: Δεν είναι ένας αλλά δύο. Και πραγματικά ήταν ήρωες! Η Μαρία και ο Θανάσης! (Οι γονείς μου. Κατά κόσμον Μαρία και Βασίλης) Αυτοί οι άνθρωποι είχαν πολλή αγάπη στην καρδιά τους και την πρόσφεραν απλόχερα μέχρι την τελευταία τους ανάσα. Επίσης, είχαν και πολλή αντοχή και δύναμη για να κάνουν αυτό που έκαναν (να υιοθετήσουν ένα παιδί) σε μια εποχή που η αποδοχή το να μη γεννήσει κάποιος ένα δικό του παιδί αλλά να πάρει ένα ξένο παιδί και να το μεγαλώνει δεν ήταν εύκολα αποδεκτό όπως είναι σήμερα. Δικαιολογώ το φόβο και την αγωνία τους μιας και το περιβάλλον που ζούσαν δεν ευνοούσε κάτι διαφορετικό. Μεγάλωσαν το παιδί τους όσο πιο καλά μπορούσαν, με αυτά τα λίγα που ήξεραν, αλλά με πολλή αγάπη! (Γι' αυτό άλλωστε κράτησα και το πραγματικό όνομα της μαμάς-Μαρίας, για να την τιμήσω για όλο αυτό που έκανε.)

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Σ.Π.: Μια γνωριμία με την ψυχοσύνθεση των «παιδιών της καρδιάς». Αν όχι όλοι, οι περισσότεροι γνωρίζουμε για τα άγχη των θετών γονιών αλλά ελάχιστοι για τα άγχη των υιοθετημένων παιδιών.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Σ.Π.: Το μέλλον των παιδιών μου και γενικά των νέων ανθρώπων. Δύσκολοι καιροί...

Φοβάστε...
Σ.Π.: Την αρρώστια που δεν παλεύεται.

Αγαπάτε...
Σ.Π.: Αγαπώ όλους εκείνους που αγαπούν τη ζωή και όχι την ύλη.

Ελπίζετε...
Σ.Π.: Ελπίζω πως όλα θα αλλάξουν προς το καλύτερο.

Θέλετε...
Σ.Π.: Θέλω να κάνω τα ταξίδια που ονειρεύομαι, να δω τους δικούς μου ανθρώπους να πραγματοποιούν τα όνειρά τους και έναν κόσμο χωρίς θυμό.

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Σ.Π.: Εκτός από τα «παιδιά της καρδιάς», θέλω να είναι όσο το δυνατόν περισσότεροι εκείνοι που αν όχι να το λατρέψουν, τουλάχιστον να το θυμούνται για αρκετό καιρό μετά την ανάγνωσή του.

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Σ.Π.: Γιατί θα μάθετε για τον πόνο που δημιουργείται στην ψυχή ενός παιδιού όταν ανακαλύπτει το ψέμα. Όταν γκρεμίζεται ο κόσμος του. Θα μάθετε για την αγάπη, που όταν της εισπράττεις απεριόριστα την ανταποδίδεις με τον ίδιο τρόπο. Και το κυριότερο, θα μάθετε πως τα παιδιά είναι «σφουγγάρια» και όταν μιλάμε και νομίζουμε ότι δεν καταλαβαίνουν εκείνα καταγράφουν τα πάντα στο μικρό μυαλουδάκι τους.

Γιατί δεν πρέπει;
Σ.Π.: Δεν υπάρχει «δεν πρέπει να διαβάσεις ένα βιβλίο». Ακόμη και τα βιβλία που λέμε ότι μας άφησαν αδιάφορους, ακόμη και εκείνα κάτι μας άφησαν.

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Σ.Π.: Σε βιβλιοπωλεία και στην Άνεμος εκδοτική!

Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Σ.Π.: Με τους αγαπημένους μου την ημέρα, και μπροστά στον υπολογιστή μου τη νύχτα να γράφω, να γράφω, να γράφω!

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Σ.Π.: Το χρώμα που παίρνει ο ουρανός την ώρα της ανατολής!

Ποια μουσική;
Σ.Π.: Όποια κάνει τα δάχτυλά μας να παίζουν ρυθμικά στο γόνατό μας!

Ποιο άρωμα;
Σ.Π.: Το άρωμα του γιασεμιού! Μου θυμίζει καλοκαίρι.

Ποιο συναίσθημα;
Σ.Π.: Ανάμικτα συναισθήματα. Όπως συμβαίνει και στην καθημερινότητά μας.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Σ.Π.: Εγώ λέω ένα γράμμα ενενήντα χιλιάδων λέξεων. Όσοι άκουσαν την ιστορία και όσοι τώρα την διαβάζουν λένε πως θα μπορούσε να γίνει ταινία ή σήριαλ!

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Σ.Π.: Μα δεν είναι συγγραφέας. (Λες να γίνω;) Ήμουν κόρη, είμαι μάνα, είμαι σύζυγος. Έγινα αδερφή! Θα ήθελα όμως να είναι ταξιδευτής! Να μπορούσα να γυρίσω τον κόσμο όλο, να δω μέρη που τα βλέπω μόνο σε φωτογραφίες, να μυρίσω και να γευτώ τη ζωή των ανθρώπων που ζουν εκεί.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς; 
Σ.Π.: Ξεκίνησα ως παιδί να διαβάζω Λουντέμη. Το ένα παιδί μετράει τα άστρα ήταν για μένα η αφορμή να αγαπήσω το διάβασμα. Διαβάζω ό,τι πέσει στα χέρια μου, δεν κάνω διακρίσεις. Όμως έχω φίλους που γράφουν και περιμένω πως και πως κάθε φορά το νέο τους βιβλίο!

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Σ.Π.: Δεν νομίζω να έχω επηρεαστεί. (Αλλά με τόσα βιβλία που έχω διαβάσει όλο και θα επηρεάστηκα χωρίς να το καταλάβω.) Όταν ξεκινάς και γράφεις, γράφεις τις δικές σου σκέψεις, πλάθεις τους δικούς σου ήρωες. Τους οδηγείς εκεί που θες εσύ. Όσο για το πώς σκέφτομαι και το πώς ζω, τα τελευταία χρόνια και βλέποντας γύρω μου τον κόσμο να γίνεται όλο και πιο σκληρός η φιλοσοφία του Δαλάι Λάμα με βρίσκει σύμφωνη σε πολλά σημεία και προσπαθώ να ακολουθώ τα όσα διαβάζω από εκείνον.

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Σ.Π.: Στο συγκεκριμένο βιβλίο τους ακολουθούσα εγώ. Τι άλλο να έκανα; Στα επόμενα όμως που ετοιμάζω εγώ κατευθύνω την εξέλιξή τους όσο κι αν αντιστέκονται!

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Σ.Π.: Νομίζω και τα δύο. Στο πρώτο καλά τα πάω (έτσι λένε), στο δεύτερο προσπαθώ.

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Σ.Π.: Να είναι γραμμένο με ψυχή. Να το διαβάσει ο αναγνώστης και να το ζει. Να παίρνει μέρος στα γεγονότα, να γίνεται ένα με τους ήρωες.

Τι την αποτυχία;
Σ.Π.: Αποτυχία; Δεν ξέρω, όπως είπα κάθε βιβλίο κάτι μας αφήνει. Εξαρτάται τί θέλει να διαβάσει κάθε αναγνώστης την συγκεκριμένη περίοδο που θα αγοράσει ένα βιβλίο.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Σ.Π.: Δυστυχώς δεν είχαν μάθει οι Έλληνες να διαβάζουν. Όταν άρχισαν να ασχολούνται με το διάβασμα ήρθε η οικονομική κρίση. Παίρνοντας παράδειγμα από τον εαυτό μου και τον περίγυρό μου οι άνθρωποι πια δεν διαβάζουν όσο διάβαζαν.

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Σ.Π.: Ποιον άλλον; Ολόκληρα ψέματα, μισές αλήθειες!
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Στο οπισθόφυλλο λέει...
Ο Άρης, ένας ανεύθυνος άντρας, και η Ελπίδα, μια ανώριμη γυναίκα, έγιναν γονείς τριών παιδιών, που για κακή τους τύχη ήταν και τα τρία κορίτσια. Το φύλο τους ήταν αυτό που καθόρισε το μέλλον τους.
Τρεις οικογένειες, έχοντας περίσσευμα αγάπης, αγκάλιασαν αυτά τα παιδιά, καθεμία χωριστά, και τα μεγάλωσαν όσο πιο καλά μπορούσαν. Τα άδεια μέχρι τότε σπίτια τους γέμισαν παιδικές φωνές και χαμόγελα. Όσο τα χρόνια περνούσαν χαρούμενα και ευτυχισμένα τόσο ο φόβος της αποκάλυψης του μυστικού της υιοθεσίας μεγάλωνε. Τίποτα όμως δεν μένει κρυφό.
Η Μαρίνα, το τρίτο παιδί, ξεκινά να ενώσει τα χαμένα κομμάτια του παζλ της ζωής της. Πολλά τα κομμάτια, όμως το πιο σημαντικό δεν το έχει ακουμπήσει ακόμη, κι ας βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής. Θα της επιτραπεί να το ολοκληρώσει ή θα μείνει το παζλ μισοτελειωμένο;
Είναι κακό να πεις σε ένα παιδί «δεν σε γέννησα εγώ»; Θα σε απορρίψει; Ποιος λέει πως όταν μεγαλώνεις με αγάπη εγκαταλείπεις τους θετούς σου γονείς; Ποιος λέει πως η γυναίκα που σε μεγάλωσε όλα αυτά τα χρόνια σταματάει να είναι η μητέρα σου αν γνωρίσεις την αλήθεια; Θα σου το πω εγώ, ένα υιοθετημένο παιδί: ποτέ!
Η αλήθεια λυτρώνει…
Το βιβλίο της Σούλας Παπαλάμπρου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος

Δείτε το στις εκδόσεις Άνεμος
Διαβάστε τις πρώτες σελίδες

Η Σούλα Παπαλάμπρου γεννήθηκε στη Λάρισα το 1971. Μεγάλωσε στην Ανάβρα Καρδίτσας, όπου ζει μέχρι σήμερα. Είναι παντρεμένη, μητέρα τριών παιδιών και, εκτός από το να μεγαλώνει τα παιδιά της, εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα.

Just 60s


Το ημερολόγιο έδειχνε 1960 και όλα ήταν σα παλιά ανάμνηση. Στο τέλος του δρόμου περίμενε ένα αυτοκίνητο με τον κινητήρα να μουγκρίζει. Το ραδιόφωνο έπαιζε ένα παλιά αμερικάνικο τραγούδι του βασιλιά να βγαίνει από τα ηχεία και να απλώνεται στον αέρα. Η έρημος αγκάλιαζε την καυτή άσφαλτο οριοθετώντας τη ζωή με το θάνατο, την απόγνωση του τίποτα, αλλά και το δρόμο της ζωής που κοιτά στο άπειρο.
Ακριβώς εκεί φάνηκε μια πατημασιά και πιο πέρα μια φιγούρα να στέκεται μέσα στον ήλιο και μέσα στη σκόνη. Τα μαύρα ρούχα που φόραγε τράβαγαν τον Ήλιο σαν τρέλα. Εκείνος με μιας πέταξε το δερμάτινο ροκ σακάκι στο πίσω μέρος του αμαξιού και πάτησε το γκάζι. Η μηχανή μούγκρισε και το αυτοκίνητο χάθηκε σα δαιμονισμένο μακριά, στην αντανάκλαση που κάνει ο ήλιος πάνω στο δρόμο.
- Στο διάολο όλα. Δε σου χα πει να πάμε βόλτα;
Γύρισα να δω την απόκοσμη μορφή που μόνο από την κόλαση θα μπορούσε να είναι και μέσα στον τρόμο μου είδα τον εαυτό μου να ουρλιάζει απεγνωσμένα. Πίσω από το παρμπρίζ.
Είχα διώξει τους φόβους μου στην καυτή έρημο.
Γύρισα μπροστά και πήρα κι εγώ μια τζούρα.
- Δυνάμωσε τη μουσική, είπα. Απόψε τραγουδάει ο Βασιλιάς. Δεν θέλω να χάσω ούτε στιγμή.
Το αμάξι μύριζε εκείνο το παλιό, το μουχλιασμένο σπίτι που ακόμα στέκει στα θεμέλιά του.
Έτσι μύριζαν και τα λάστιχα καθώς έλιωναν τον δρόμο με τον καπνό να χάνεται στον αέρα...


Η συνοδευτική φωτογραφία είναι δημιουργία του ίδιου.

Περισσότερα από/για τον Πέτρο Βαζακόπουλο:
Ψηφιακά όνειρα

Η Κάκια Ξύδη και το Φυσάει

Πως σας ήρθε η ιδέα;
Κ.Ξ.: Η ιστορία αυτού του βιβλίου χάνεται στο βάθος του χρόνου της ζωής μου. Πολλά διηγήματα-κεφάλαια γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια και δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα έβλεπαν το φως της δημοσιότητας. Είναι αυθεντικά κομμάτια τα οποία γράφτηκαν κάτω από συναισθηματική φόρτιση. Η ιδέα να γίνουν βιβλίο ήρθε πολύ αργότερα όταν αυτές οι ιστορίες έγιναν πολλές, συμπλήρωσα και άλλες, εμπλουτίστηκε με ανέκδοτα ποιήματά μου και έτσι έχουμε το Φυσάει στα χέρια μας.

Που γράψατε το βιβλίο σας;
Κ.Ξ.: Αυτό το βιβλίο έχει γραφεί παντού. Ξεκινώντας από τον τόπο γέννησής μου τη Σελλασία Σπάρτης, συνεχίζοντας στο πρώτο μου σπίτι στα Πατήσια, στην Κύθνο, στο τωρινό μου σπίτι, στο τρένο, στο αυτοκίνητο, στο λεωφορείο.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Κ.Ξ.: Η πρώτη γραμμή γι’ αυτό το βιβλίο γράφτηκε πριν από είκοσι επτά χρόνια και η τελευταία ένα μήνα πριν εκδοθεί.

Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Κ.Ξ.: Καταιγισμό συναισθημάτων.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Κ.Ξ.: Το Φυσάει δεν είναι ένα συνηθισμένο βιβλίο. Απευθύνεται σε δυνατούς αναγνώστες που θα σηκώσουν απαλά την ιστορία του στα χέρια τους και θα γίνουν ένα μαζί της. Είναι μια σειρά διηγημάτων που διαβάζονται αυτοτελώς, αλλά δεν σας το συνιστώ. Πρέπει να τα διαβάσετε με τη σειρά γιατί είναι αλληλένδετα και αποτελούν μέρος της ίδιας ιστορίας. Μιας ιστορίας που έχει απομονώσει μικρές, ίσως καθημερινές, στιγμές και τις έχει μεγεθύνει, τις έχει φωτίσει, για να μας δώσει σε κάθε νέο κεφάλαιο τη συνέχεια της υπόθεσης που εκτυλίσσεται. Είναι ένα βιβλίο που μοιράζεται τα χαρακτηριστικά ενός μυθιστορήματος και κρατάει την πρωτοτυπία των διηγημάτων και της ποίησης που διαδέχονται το ένα το άλλο.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Κ.Ξ.: Το ότι έδωσα αβίαστα την ψυχή μου. Ότι τόλμησα και έβγαλα κάτι τόσο αληθινό που πολλές φορές σοκάρει.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Κ.Ξ.: Το βιβλίο αυτό δεν έχει ήρωες. Δεν έχει περιγραφές προσώπων. Οι ήρωες είναι ο άντρας, η γυναίκα και ο έρωτας. Μπορώ να σας πω όμως ποιο είναι το αγαπημένο μου διήγημα και αυτό είναι το αλληγορικό «Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ πολύ».

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Κ.Ξ.: Μια νέα αναγνωστική εμπειρία. Είναι η άλλη πρόταση. Αν έχουν βαρεθεί να διαβάζουν συνηθισμένες ιστορίες, με αυτό το βιβλίο θα έχουν την ευκαιρία να δουν κάτι διαφορετικό. Είναι μια πρόκληση. Επίσης θα μπορούσα να αποκαλέσω το βιβλίο διαδραστικό, μιας και ο αναγνώστης θα πρέπει να συμπληρώσει το παζλ της ιστορίας με την φαντασία του, ανάλογα με τα δικά του βιώματα. Νομίζω ότι μόλις τελειώσει το βιβλίο, ένα πικρό χαμόγελο θα ανθίσει στα χείλη του και θα νιώσει πιο πλούσιος συναισθηματικά.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Κ.Ξ.: Μην πέσει σε βέβηλα χέρια, μην εκτεθεί σε αδηφάγα μάτια, μην αποτελέσει αντικείμενο χλευασμού.

Φοβάστε...
Κ.Ξ.: «Φορέσαμε κατάσαρκα του ψεύδους την ηχώ, λησμονώντας πόσο τα αληθινά ζυγίζουν».

Αγαπάτε...
Κ.Ξ.: «Το άκουσμα του αέρα, ήχος διαπεραστικός, αλλόκοτος. Περνάει ανάμεσα από τα φύλλα της ελιάς και κελαρύζει, από τις βελόνες των πεύκων και γογγύζει, από τα φυλλαράκια των κυκλάμινων και τουρτουρίζει».

Ελπίζετε...
Κ.Ξ.: «Εκείνο το καταραμένο φωτάκι στο βάθος του ορίζοντα δεν λέει να σβήσει. Συνεχίζει να αχνοφέγγει. Η ανάγκη για ελπίδα δεν έχει τέλος. Μ’ έχει εξαντλήσει, αλλά δυστυχώς, δεν σβήνει όταν το θέλουμε εμείς. Σβήνει όταν έρθει η ώρα. Σβήνει σιγά σιγά, όπως άναψε, από μόνο του».

Θέλετε...
Κ.Ξ.: «Απόψε θέλω όλα τα παράπονα στα πόδια σου ικέτιδα να ρίξω, τίποτα να μην αφήσω να μείνει ανεξήγητο, χαμένο στους λαβυρίνθους της σκέψης μου, να κλέψω τα φιλιά και τα χάδια, της νιότης τα ξεσπάσματα, απομεινάρια της ζωής να ρουφήξω, μέχρι την ώρα της απόγνωσης που στο σήμερα θα με φέρει πάλι».

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Κ.Ξ.: Αυτοί που έχουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη. Όσοι έχουν ζήσει τον έρωτα σε όλο του το μεγαλείο.

Γιατί πρέπει να το διαβάσουμε;
Κ.Ξ.: Γιατί θα μας μιλήσει στην καρδιά με τις αλήθειες του και θα αναλογιστούμε δικές μας παρόμοιες καταστάσεις.

Γιατί δεν πρέπει;
Κ.Ξ.: Γιατί θα μας συγκινήσει.

Που/πως μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Κ.Ξ.: Το βιβλίο «Φυσάει» κυκλοφορεί από τις νέες εκδόσεις Πνοή και μπορείτε να το παραγγείλετε στο 2102230206 ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας. Υπάρχει και σε όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία. Αναλυτικά θα βρείτε τα όλα σημεία πώλησής του στη σελίδα Εκδόσεις Πνοή στο FB.

Που μπορούμε να βρούμε εσάς;
Κ.Ξ.: Στο facebook ως Κάκια Ξύδη (Kakia Xidi) και Κάκια Εξακουστή Ξύδη, στο ιστολόγιο xidikakia.blogspot.com, στο site www.ekdoseispnoi.gr και σε όλες τις παρουσιάσεις δικές μου, του εκδοτικού μας οίκου Πνοή ή φίλων συγγραφέων που πηγαίνω καθημερινά.

Ποιο χρώμα του ταιριάζει;
Κ.Ξ.: Το λευκό.

Ποια μουσική;
Κ.Ξ.: Άνοιξη του Vivaldi.

Ποιο άρωμα;
Κ.Ξ.: Γιασεμιού με σανταλόξυλο.

Ποιο συναίσθημα;
Κ.Ξ.: Πάθος.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Κ.Ξ.: Θεατρικός μονόλογος.

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Κ.Ξ.: Ψυχολόγος.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Κ.Ξ.: Υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που μου αρέσουν. Ένας από αυτούς που ξεχωρίζω είναι ο Νίκος Διακογιάννης του οποίου τα βιβλία με έχουν εντυπωσιάσει.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Κ.Ξ.: Σίγουρα υπάρχουν κάποιες επιρροές, όμως με τον καιρό ό,τι διάβασες και σου άρεσε το κάνεις δικό σου, μέρος του εαυτού σου και δεν θυμάσαι καν τι σε οδήγησε σε αυτό το αποτέλεσμα.

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Κ.Ξ.: Οι ήρωες πολλές φορές αυτονομούνται και με αναγκάζουν να αλλάξω τη ροή της ιστορίας για χάρη τους.

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Κ.Ξ.: Απόφαση, θέληση και θάρρος.

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Κ.Ξ.: Ο συγγραφέας.

Τι την αποτυχία;
Κ.Ξ.: Η αδιαφορία.

Η βιβλιοφαγία είναι/μπορεί να γίνει κατάχρηση;
Κ.Ξ.: Ναι, μπορεί να γίνει εθισμός, αλλά νομίζω ότι είναι ο πιο ακίνδυνος από όλους.

Ποιον τίτλο βάζετε στο βιβλίο της ζωής σας;
Κ.Ξ.: Φυσάει.
Ήταν το ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τα νέα βιβλία.
Ή αλλιώς, όχι μόνο το ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Αν σας άρεσε, δείτε περισσότερες απαντήσεις επιλέγοντας την ετικέτα Ριντ Φερστ
Αν είστε συγγραφέας και θέλετε να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιο ακολουθείστε τον σύνδεσμο

Κερδίστε το!
Οι εκδόσεις Πνοή προσφέρουν το βιβλίο της Κάκιας Ξύδη σε έναν τυχερό αναγνώστη. Για να συμμετέχετε στην κλήρωση αλλά και για να στείλετε το μήνυμά σας στην ίδια κλικάρετε το παρακάτω k και συμπληρώστε τη φόρμα. Παρακαλώ, σημειώστε τα ακόλουθα:
Διαβάστε τους όρους και κάθε σχετική πληροφορίες για τις κληρώσεις, τα δώρα και τους τυχερούς εδώ. Η κλήρωση έχει προγραμματισθεί για τις 5 Αυγούστου 2016 και ο τυχερός θα παραλάβει το δώρο του από τα γραφεία των εκδόσεων Πνοή, Καλλινίκου 1, Πλατεία Κολιάτσου, 2102230206, Δευτέρα ως Παρασκευή 8:00 με 21:00.
k
Καλή τύχη!

Γάμα το Ίματζ

Έχω και καρδιά


Κάποια βιβλία κυκλοφορούν ελεύθερα. Το έχουμε ξαναπεί πολλές φορές αλλά τις περισσότερες δεν αντιλαμβανόμαστε τα μεγέθη αυτής της ελευθερίας. Στο διαδίκτυο υπάρχουν χιλιάδες τέτοια αναγνώσματα άνευ δεσμών, και δεσμοφυλάκων, τα οποία περιμένουν καρτερικά τους δικούς τους αναγνώστες όπως και όλα τα υπόλοιπα που λανσάρονται στις προθήκες. Μόνο που αυτά δεν απαιτούν καμία οικονομική συναλλαγή για να υπάρξουν.
Ένα τέτοιο βιβλίο είναι κι αυτό. Μια συλλογή -ποιημάτων, πεζογραφημάτων, πεζοποιημάτων και πεζών- του Ανδρέα Γιαννόπουλου το οποίο αν δημιουργούσαμε έναν τόμο με τους κακούς Έλληνες συγγραφείς αντίστοιχο εκείνου που έφτιαξε ο Τέος Ρόμβος για τους κακούς Αμερικανούς (δείτε το ανθολόγιο εδώ) θα έμπαινε αβίαστα. Κι όταν λέμε "κακούς" δεν αναφερόμαστε στην κυριολεκτική σημασία της λέξης, ούτε για το πρόσωπο ούτε για τα έργα του. Η χρήση του επιθέτου αφορά την ελευθεριότητα της έκφρασης, τον αντισυμβατισμό, το "σκέφτομαι έξω από το κουτί", την απουσία φίλτρων, την ανακολουθία κανόνων... την καθαρή, ατόφια, αυθόρμητη σκέψη...
Αν λέγαμε "τους άτακτους Έλληνες" και αντίστοιχα "τους άτακτους Αμερικανούς" ίσως να αποφεύγαμε την όποια παρερμηνεία;
Τέλος πάντων, η ολοκληρωμένη συλλογή βρίσκεται εδώ ενώ παρακάτω συνυπάρχουν (και) τρία έργα.
Τι ξεχάσαμε, μωρό μου;
Τα προφυλακτικά ή την προφύλαξη;

Επειδή, έπεσε κι έσπασε
από την απροσεξία και των δύο,
κι αφού σταματήσαμε να γαμάμε
τον διάολο και το Θεό
ας πάρει ο καθένας το δικό του,
κι ας πιούμε.
Αν έσπαγε απ' τα χέρια μόνο του ενός, ε;
Δε θα το συζητούσαμε.
Δε θα το κολλούσαμε.
Γι' αυτό...,
Ό,τι σπάει -
δεν ξανασπάει.

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
΄΄Εξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΌταν έπεσε η μάσκα, Κωνσταντίνας ΜαλαχίαΤο μαγικό καράβι των Χριστουγέννων, Θάνου ΚωστάκηΗ λέσχη των φαντασμάτων, Κυριακής ΑκριτίδουΟ αστερισμός των παραμυθιών, Λίτσας ΚαποπούλουΟ Κάγα Τίο... στην Ελλάδα, Καλλιόπης ΡάικουΠαζλ γυναικών, Σοφίας Σπύρου
Το μονόγραμμα του ίσκιου, Βαγγέλη ΚατσούπηΗ μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση, Χριστόφορου ΧριστοφόρουΠλάτωνας κατά Διογένη ΛαέρτιοΚαι χορεύω τις νύχτες, Γαβριέλλας ΝεοχωρίτουΑιθέρια: Η προφητεία, Παύλου ΣκληρούΠορσελάνινες κούκλες, Δέσποινας ΔιομήδουςΆπροικα Χαλκώματα, Γιώργου Καριώτη
Το δικό μου παιδί!, Γιώργου ΓουλτίδηΟι Σισιλιάνοι, Κωνσταντίνου ΚαπότσηΜέσα από τα μάτια της Ζωής!, Βούλας ΠαπατσιφλικιώτηΖεστό αίμα, Νάντιας Δημοπούλου
Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου, Ελένης ΦωτάκηΟι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί, Κωνσταντίνου ΤζίμαΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη